Τρίτη 24 Ιουλίου 2007

Ο δίσκος της χρονιάς

Ανακαλύπτεται τις δύσκολες ώρες.Τις ώρες που ανασταίνονται και τα νεκρά blogs :).
Panda Bear-Person Pitch.

Kαι για κάτι τύπους σαν εμένα που συχνά απολαμβάνουν τις κριτικές περισσότερο από τις δίσκους,παραθέτω κάποια λόγια του Pitchfork:

Person Pitch as a whole-- and "Bros" in particular-- evokes the sunshine of Lennox's adopted Lisbon, Portugal home. But it's the kind of light best experienced with eyes closed-- with the rays filtered through eyelids, turning the world into various shades of red and orange. You can feel the warmth pouring out of the music and see abstractions of its inspirations-- that whole long list and more-- as they cycle around again and again and again. Five of these seven songs have been released in various forms on singles and 12"s previously, so the exceptionally high quality of this music isn't a surprise to those who have been following Panda Bear closely. Still, hearing it all together in one place and listening to it all at one time is both overwhelming and inspirational.


Πάντως χάρηκα γιατί ήταν απο τις φορές που πρώτα άκουσα και ξετρελάθηκα και μετα διάβασα.

Δευτέρα 14 Μαΐου 2007

Μια βόλτα στην Αθήνα




UNDER DESTRUCTION ...

The Strokes : Room on fire




Το `χει,το `χει η μοίρα μας που λέει και το άσμα κάθε μας κυκλοφορία να σχετίζεται με τους αγαπημένους μου νεουορκέζους.Είθε λοιπόν και το δεύτερό μας πόνημα να είναι εξίσου επιτυχημένο με το αντίστοιχο δικό τους.Ο Εlvis να βέλει το χέρι του που λέγαμε και πριν λίγους μήνες.Πριν όμως βάλω μπροστά τον αργαλείο να πλέκει εγκώμια στο Room on fire,να ξεκαθαρίσω μερικά πράγματα.

Προσωπικά,όσο αφορά την μουσική και δη την pop(όπως και με τις γυναίκες κατα κάποιο τρόπο) νομίζω πως οποιαδήποτε έννοια και διάθεση αντικειμενικότητας εξαφανίζεται και ωχρειά μπροστά στην αυθόρμητη αντίδραση του πρώτου ακούσματος.Εν προκειμένω,πρέπει να ομολογήσω πως ακούγοντας το (ήδη κλασσικό κατα την ταπεινή μου άποψη) ντεμπούτο των Strokes,έννοιοσα ανάλογα με το πρώτο άκουσμα Βeatles ή Ramones.Eπομένως ΝΑΙ είμαι υποκειμενικος μ’αυτο το συγκρότημα και για μένα θα ‘ναι πάντα αυτοί που κυκλοφόρησαν ΕΚΕΙΝΟ το album που αλλαξε καταλυτίκα το σύγχρονο pop χάρτη.Υπερβολές θα μου πείτε,μην ξεχνάτε όμως πως ολη η ιστορία της pop(οπως και της πολιτικής ) με υπερβολές είναι γραμμένη.

Ας περάσουμε όμως στο ψητό.Στο ερώτημα για το τί περιθώρια εξέλιξης μπορούσε να έχει ο ήχος τους οι fab five απαντούν με έναν ήχο τόσο κοντά στον ήχο του ‘Is this it’ οσο και μακρυά.Μιλάμε χοντρικά για τον ίδιο proto-punk ήχο που τους δίδαξαν πρωτοκλασσάτοι συντοπίτες τους (Velvet Underground,Modern Lovers,Television),μπολιασμένο με μια new wave διάθεση που σου δίνει συχνα πυκνα την αίσθηση οτι άκους βρετανική indie rock μπαντα των 80’s(οι Wire,οι Gang of four ή οι Fall μου ‘ρχονται πρώτοι στο μυαλό).Οι διαθέσεις τους ήταν πρωφανείς απο το πρώτο single,το επικίνδυνα κολλητικό ’12.51’,με τις γουσταρω-ν’ακούγομαι-σαν-synths-των 80s κιθάρες του.’12.51 is the time my voice found the words’ τραγουδά ο Casablancas και όντως τα distorted απο τα σε-παίρνω-απο-καρτοτηλέφωνο voice effects ταιριάζουν άψογα με τον trash θόρυβο που δημιουργούν οι υπόλοιποι.

Αν και στα πρώτα ακούσματα μοιάζει να ψάχνει δομή,αναδεικνύεται τελικά σε σπουδαίο pop δημιούργημα.Επίσης λόγω των στίχων ‘kiss me now that I’m older/I won’t try to control you’ είναι για μένα το single της χρονιάς.Εξαιρετικό και το 80s alternative rock ‘Automatic Stop’,που θα μπορούσε καλλιστα να ‘χε κυκλοφορήσει απο Σκωτία μεριά πριν καμιά εικοσαριά χρόνια.’I was a train goin’ too fast’ τραγουδά ο Julian,ριχνοντας κλεφτές ματιές σε κάποιο περίεργο ερωτικό τρίγωνο(‘you wanted him/he wanted me’) και ανάλογη είναι η διάθεσή του καθ’όλη τη διάρκεια του δίσκου.Τάση φυγής και ενα άγχος να προλάβει να διηγηθεί τις πρόσφατες εμπειρίες του σε σχέσεις,πολλες φορές με μια δόση μισογυνισμού αλλα παντα με εντονο αυτοσαρκασμο.Αν κι αν ο δίσκος μοιάζει προσωπική υποθεση και οι υπόλοιποι Strokes εξελίχθηκαν στα δύο αυτά χρόνια.Χαρακτηριστίκοτερη απόδειξη το νευρωτικό ‘Reptilia’,με τον Julian να ουρλιάζει ‘please don’t slow me down when I’m goin’ too fast’ και να ακουλουθεί μια διαολεμενη bassline που οδηγει το κομματι σ’ενα εκπληκτικό γυρισμα .Magic!

Aπο ‘κει και πέρα τα ‘meet me in the bathroom’και το αλα-Pixies‘the end has no end’ αναβιώνουν με επιτυχία τις πιο obscure στιγμές του ‘Is this it’,ενώ το ‘Ι can’t win’ είναι το ξαδελφάκι του ‘Last Nite’.Άφησα τα highlights για το τέλος.Κατ’ αρχήν το εναρκτήριο ‘whatever happened?’ με τα χαρακτηριστικά slow-hand solos του Valensi να οδηγούν ζαλισμένα (αλλά απολαυστικότατα) τη συνθέση φέρνοντας στον νου τον πολλη Joey Santiago των Pixies και με τον Casablancas να τραγουδά για έλλειψη έμπνευσης για την οποία-ως γνωστον-τα φταίει μια γυναίκα.’Ι wanna be forgotten and I Don’t wanna be reminded’, στoυς πιο anti-rock n roll στίχους που εμφανιστεί στην απαρχή rock n roll δίσκου. Τα ίδια παιδιάστικα καπρίτσια του «πρωταγωνιστούν» και στο “between love and hate”,με ρεφραιν που τον βρίσκει να τραγουδά με περίσσειο ναρκισσισμό και αυτοπεποίθηση “I ‘ ve never needed anybody/I’ve never needed nobody’’,πάνω στο Clashικό reggae rock των υπολοίπων.Στον αντίποδα ,τέλος ,το γλυκό soul swing ‘Under Control’ που είναι μουσικά ένα βήμα παραπέρα απ’ ό,τι εχουν κανει ως τώρα ,με κιθάρες βγαλμένες λες απο hit της Motown,δακρύβρεχτες και συνάμα φωτεινές και τους πιο «υγιεις» στίχους του Cassablancas να παρατηρούν με νοσταλγία μια σχέση που τελειώνει όμορφα. “I don’t wanna change your mind/I don’t wanna waste your time/I just wanna watch you go by” και αλλού “we are young darling but not for so long/we ‘re out of control”,γιατί “only love can break your heart” που τραγουδούσε κάποτε ο Neil Young.

Τελικά αυτό που μένει είναι 33 λεπτά “keeping down the underground” pop που σε συνεπαίρνει,όχι γιατί είναι αψεγάδιαστη και απέριττη,αλλά γήινη και άμεση.Μ’αυτή την έννοια ,το Room of fire δεν είναι το ρηξικέλευθο άριστουργημα που θα τους φέρει πολλούς νέους fan.Όσοι όμως τους αγάπησαν με το πρώτο τους δίσκο,με το πιο προσωπικό αυτο πόνημα θα τους απομυθοποιήσουν και θ’αγαπήσουν και τις όποιες αδυναμιες τους.Όπως και με τους μεγάλους έρωτες ,η πρώτη φορά σου μένει αξέχαστη,αλλά η δεύτερη έχει τις απαραίτητες εκπλήξεις για να διατηρηθεί η μαγεία.Έγω σας προειδοποίησα!και η pop σαν τις γυναικες είναι.

Κώστας Πουλιάσης

Τετάρτη 2 Μαΐου 2007

Το δυστύχημα που συγκλόνισε τον κόσμο




Υπάρχουν κάποιες ποδοσφαιρικές ομάδες που έχουν ξεπεράσει σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτή την ιδιότητα τους. Έχουν γίνει σύμβολα, θρησκείες και τα ονόματά τους έχουν προσλάβει πια μια άλλη διάσταση. Κατά πολλούς η μεγαλύτερη και ενδοξότερη ομάδα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου είναι η “βασίλισσα” Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία “ενθρονίστηκε” τη χρυσή πενταετία ’55-’60 όπου σάρωσε τα κύπελλα πρωταθλητριών. Όμως ποτέ δε θα μάθουμε αν θα είχε αυτή τη φήμη σήμερα ,αν η μοίρα δεν είχε χτυπήσει τόσο σκληρά τα τρομερά παιδιά του τότε προπονητή της Manchester United, Mατ Μπάσμπι, μια τραγική παγωμένη νύχτα στο Μόναχο .

Ο Ματ Μπάσμπι, σκοτσέζος, πρώην ποδοσφαιριστής της Manchester City,ανέλαβε την United περί το 1950.Τη σεζόν 1957-1958 είχε δημιουργήσει μια πολύ δυνατή ομάδα αποτελούμενη κυρίως από νέους παίκτες. Ανάμεσά τους ο Μπόμπι Τσάρλτον, ο μεγαλύτερος ηγέτης που πέρασε ποτέ από το αγγλικό ποδόσφαιρο, αλλά και ένα εικοσάχρονο αστέρι, ο Ντάνκαν Εντουαρντς(πολλά χρόνια αργότερα θα χαρακτηριστεί ως ο Ράιαν Γκίγκς των “φίφτις”!!).Ήταν μια νέα ομάδα που εκείνη τη περίοδο κυριολεκτικά σάρωνε ότι έβρισκε στο πέρασμα της στο αγγλικό πρωτάθλημα αλλά και στις ευρωπαϊκές οργανώσεις. Ο αείμνηστος πρόεδρος της Ρεάλ Σαντιάγκο Μπερναμπέου δεν έκρυβε πως μόνο αυτή η ομάδα τον φόβιζε και ανησυχούσε μη κόψει το σερί της ομάδας του στο Κύπελλο πρωταθλητριών.

Στις 5 Φεβρουαρίου του 1958 η united παίρνει εύκολα στο Βελιγράδι το εισιτήριο για τα ημιτελικά της διοργάνωσης αποσπώντας την ισοπαλία με 3-3 από τον Ερυθρό Αστέρα. Μέσα σε 30’ το σκορ ήταν 0-3 και μόνο στο β’ ημίχρονο οι Γιουγκοσλάβοι κατάφεραν να ισοφαρίσουν. Στην πτήση της επιστροφής οι παίκτες τραγουδούν και ονειρεύονται το βαρύτιμο τρόπαιο, ανυποψίαστοι γι’ αυτό που τους περίμενε… Στάση για ανεφοδιασμό στο παγωμένο αεροδρόμιο του Μονάχου, αλλά οι δύο πρώτες απόπειρες του πιλότου του “Ελίζαμπεθ” να απογειώσει το βάρους 24 τόνων αεροσκάφος είναι αποτυχημένες. Οι κινητήρες φουλάρουν στην τρίτη προσπάθεια στις 3.03 μ.μ. το πρωί, αλλά η πτήση κρατά λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Το αεροπλάνο απογειώνεται ελάχιστα, ακολουθεί τρελή κούρσα θανάτου για 1500 μέτρα και η σύγκρουση είναι σφοδρή πάνω σε σπίτια. Ακολουθεί πανδαιμόνιο…Από τα συντρίμμια ανασύρονται νεκροί 19 άνθρωποι. Ανάμεσα τους 8 πρωτοκλασάτοι παίκτες της united. Τη τραγική λίστα των νεκρών συμπληρώνουν δύο μέλη του συμβουλίου, ο γενικός γραμματέας και οκτώ δημοσιογράφοι.

To Μanchester μετατρέπεται ξαφνικά σε έναν απέραντο τόπο θρήνου και δακρύων. Ο Ντάνκαν Έντουαρντς, δίνει μάχη με το θάνατο στο νοσοκομείο για 15 μέρες, όμως τα τραύματα είναι πολύ βαριά και τελικά υποκύπτει. Η Αγγλία θρηνεί ένα μεγάλο αστέρι της. Αν ζούσε ,όπως λένε αυτοί που είχαν την ευκαιρία να τον δουν να ξεδιπλώνει το ταλέντο του στα γήπεδα, θα ήταν αρχηγός της εθνικής Αγγλίας στο μουντιάλ του 1966 και παγκόσμιος πρωταθλητής σε ηλικία 28 ετών. Ο θάνατος του Έντουαρντς ήταν η χαριστική βολή στο πληγωμένο Manchester.O Ματ Μπάσμπι δίνει τη δική του μάχη με το θάνατο για 63 μέρες σε νοσοκομείο του Μονάχου. Όμως η μοίρα τον ήθελε να συναντά τους χαμένους του “μπέμπηδές” 36 ολόκληρα χρόνια αργότερα Είναι μαζί με τον Μπόμπι Τσάρλτον οι μεγάλοι διασωθέντες του τραγικού δυστυχήματος που συγκλόνισε τον ποδοσφαιρικό(και όχι μόνο) κόσμο. Ο Μπάσμπι κλαίει απαρηγόρητος τα “παιδιά” του, αλλά ταυτόχρονα πεισμώνει να συνεχίσει γι’αυτά…

Ίσως κάπου εδώ ξεκινά ο μύθος της Μanchester United.Πολλοί ήταν αυτοί που πίστεψαν ότι δεν θα γινόταν ποτέ ξανά μεγάλη ομάδα. Όμως ο προπονητής της είχε αντίθετη άποψη.Τον Απρίλιο του ’58 ο Ματ Μπάσμπι εμφανίζεται με πατερίτσες στο Old Trafford και ζητάει πίστωση χρόνου από τον κόσμο της United για να “κατακτήσουμε το Έβερεστ” όπως έλεγε. Μέσα από τα συντρίμμια και της στάχτες του Μονάχου βρίσκει το κουράγιο και τη δύναμη να ξαναχτίσει την ομάδα από την αρχή. Ο αποκλεισμός στα ημιτελικά του κυπέλλου πρωταθλητριών από τη Μίλαν και η ήττα στο τελικό του κυπέλλου Αγγλίας από τη Μπόλτον είναι μάλλον αναμενόμενα .Ακολουθεί μια πενταετία αναδιοργάνωσης.

Το 1963 είναι η χρονιά της επιστροφής στις επιτυχίες κερδίζοντας το κύπελλο Αγγλίας. Στην ομάδα ήδη βρίσκονται δυο μεγάλοι παίκτες και ταυτόχρονα σόουμεν: Ο Σκοτσέζος Ντένις Λόου και το “κακό” παιδί του Old Trafford, ο χαρισματικός και απρόβλεπτος Τζόρτζ Μπέστ(Δες ΤΜ#1 για περισσότερες πληροφορίες!!!)Το μεγάλο στοίχημα του Μπάσμπι κερδίζεται όμως το 1968 στο τελικό της 29ης Μαΐου στο Γουέμπλει. Αντίπαλός η Μπενφίκα του μεγάλου Εουσέμπιο. Η United προηγείται 1-0 με τον Μπόμπι Τσάρλτον αλλά στο ’75 ισοφαρίζεται και ο τελικός πηγαίνει στη παράταση. Εκεί όμως υπάρχει μόνο η United όπου με απίστευτα ψυχικά και σωματικά αποθέματα θριαμβεύει με 4-1.Ο Μπεστ χορεύει κυριολεκτικά την άμυνα της Μπενφίκα και πετυχαίνει στο 92ο λεπτό το καθοριστικό γκολ που “διώχνει” το άγχος από τα πόδια των παικτών της United.

Το κύπελλο αφιερώνεται στους αδικοχαμένους μπέμπηδες. Το γραμμάτιο με τα ονόματα των νεκρών μπέμπηδων έχει πια…εξοφληθεί. Η Μanchester United ανακηρύσσεται πρωταθλήτρια Ευρώπης και ο Ματ Μπάσμπι χρίζεται Σερ από την βασίλισσα της Αγγλίας ως αναγνώριση για το καταπληκτικό επίτευγμα του.

Είναι ένα νησί ...




Νικολέττα Σοφρά

Τα Διάφανα Κρίνα και τα υπόλοιπα συγκροτήματα..




Ήταν κάποια συνηθισμένη μέρα των Χριστουγέννων (κάπου στην πρώτη Λυκείου) όταν στη γιορτή του ξαδερφού μου είχα μια αναπάντεχη εμπειρία. Άκουσα για πρώτη φορά Κρίνα και συγκεκριμένα το Έγινε η απώλεια συνήθειά μας .Μπορώ να πω πως ακόμα ηχεί στα αυτιά μου η πρώτη φορά αυτού του παράξενου ακούσματος.

Ο Ελληνικός στοίχος και η ποίηση υποδέχονται τα Διάφανα Κρίνα...

Τα Κρίνα δημιουργήθηκαν το 1991, και το 1994 κυκλοφορούν το Λιώνοντας μόνος/Κάτω απ’το Ηφαίστειο σε περιορισμένα αντίτυπα. Η σύνθεση ήταν Τάσος Μαχάς, Παντελής Ροδοστόγλου, Κυριάκος Τσουκαλάς, Νίκος Μπάρδης, Θάνος Ανεστόπουλος. Την ίδια χρονιά συμμετέχουν στη συλλογή Μαγικό Βοτάνι της Wipe Out με το περίφημο τραγούδι Μουχλαλούδα/Η Μπαλάντα της Φωτιάς

1996: Έτος κυκλοφόρισης σε LP/CD του κορυφαίου Έγινε η απώλεια Συνήθειά μας .Το ελληνικό κοινό ξαφνιάζεται από τη μορφή των στίχων του συγκροτήματος όπου ο ρομαντισμός (γαλλικός) είναι έκδηλος. Ο ήχος τους αρκετά βρώμικος σε διάφορα σημεία, ωστόσο κάτι το εντελώς μαγικό μας κεντρίζει όλους. Είναι ο σνδυασμός μουσικής και στίχου που μοιάζει πρωτόγνωρος στα αυτιά μας.

Ευθύς εξ αρχής δημιουργούνται οι τρεις κατηγορίες ανθρώπων που υπάρχουν στον πλανήτη :
1)Αυτοί που δεν γνωρίζουν τα Κρίνα
2)Αυτοί που ακούνε και γουστάρουν τη μουσική τους (με τα περίεργα τους σε ροκ,τζαζ,ηλεκτρονική), οι οποίοι βλέπουνε μέσα από τους στίχους τους τα δικά τους βιώματα, οι οποίοι δεν είναι απαισιόδοξοι απαραίτητα παρά κοιτάνε τη ζωή στα μάτια.
3)Αυτοί που έχουν ακούσει αλλά δεν γουστάρουν γιατί είναι απλώς γλυκανάλατοι, ξενέρωτοι και ανέκφραστοι και γιατί θέλουν μονίμως να ακούνε μουσικές όπως τα στρουμφάκια.

1998: Έτος κυκλοφόρισης του δεύτερου album που μιλά για κάτι Σαράβαλες Καρδιές. Στη σύνθεση συμμετέχει και ο Παναγιώτης Μπερλής στα πλήκτρα. Δέκα μέρες μετά την κυκλοφορία του εξίσου κορυφαίου αυτού cd τα Κρίνα κάνουνε την πρώτη τους συναυλία (με δικά τους έξοδα!) στο ΡΟΔΟΝ. Το κοινό απλά ξέρει όλους του στίχους απ’ έξω.

2000: Αποχωρούν από τη δισκογρφική τους εταιρία Wipe Out και κυκλοφορούν το νέο τους single “Είναι Που Όλα Ήρθαν Αργά”, χωρίς την παρουσία του Παναγιώτη Μπερλή ο οποίος και αποχωρεί από το συγκρότημα, μόνοι τους μέσω της δικής τους δισκογραφικής εταιρείας “This is my voice”. Πριν το τέλος του χρόνου κυκλοφορεί και το “Ευωδιάζουν Αγριοκέρασα οι Σιωπές”. Ο ήχος τους γίνεται αρκετά καθαρότερος, ενώ δείχνουν να ωριμάζουν και μουσικά. Αξιοσημείωτη είναι η εμμονή του συγκροτήματος να κυκλοφορά της δουλειές του και σε βυνίλιο. Στην έκδοση του “Ευωδιάζουν Αγριοκέρασα οι Σιωπές” σε βυνίλιο υπάρχει και ένα παραπάνω τραγουδι (δεν υπάρχει στο cd) το “Γράψαμε τραγούδια που μιλούσαν για τη θλίψη”. Τα μινιμαλιστικά artwork τους στα εξώφυλλα των cd τους συνθέτουν ακόμα πιο περίτεχνα την εικόνα τους.

2003: Κυκλοφορεί η ποιο ώριμη δουλειά τους (Τόσο που περιμέναμε...) το “ό,τι απόμεινε απ’ την ευτυχία”. Το τραγούδι “Μνήμες του νερού” ταξιδεύει τους fans (οι οποίοι πλέον είναι πολύ), ενώ η πρωτοτυπία του δίσκου έγκειται στα πειραματικά κλεισίματα των κομματιών όπως επίσης και η ωρημότητα των μελών του group τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά.

Ενδεικτικά μερικοί απ’τους στίχους τους:

Κάθε τι που ανασαίνει ζητάει να δοθεί
Ματώνει τα νύχια του, παλεύει με κτήνη
Είναι σπόρος που πέφτει σε άγονη γη
Κι όμως βγάζει φύλλα, ανθίζει, διψάει να ομορφύνει....
(“Ότι απόμεινε απ’ την Ευτυχία”)




Σε μια άδεια ζωή τα ερείπιά μου καπνίζουν
Κι ούτε στάλα βροχής από σένα δεν φτάνει
Μες στα βάθη της γης ξέρω ένα βοτάνι
Που τη λήθη χαρίζει σ’ αυτούς που αγαπήσαν.

Αν το βρεις, αν το βρεις χάρισέ το σε μένα
Όλα αυτά που αγαπώ είναι για πάντα χαμένα....
(“Είναι που όλα ήρθαν αργά”)




Η ανάσα σου ήτανε η πρώτη μου πατρίδα
Κι η μυρωδιά σου ήταν ο πρώτος μου εθισμός
Πάει καιρός που έχω φύγει από τη Θήβα
και περιφέρομαι σακάτης και τυφλός.

Καθαγιασμένος στα νερά της λησμονιάς σου
εξουθενομένος από τα έργα και τις μέρες σου
Θητεύω δίπλα σε αγάπες ξοφλημένες
γιατί τα χρόνια μου ναυάγησαν στης ξέρες σου....
(“Κάτι Σαράβαλες Καρδιές”)



Μίλησέ μου για τα όνειρα
που’ χουν μέσα χρώματα
καμμένα αστέρια πέφτουν από ψηλά
τρυπώνουν σ’ άγια χώματα

Μίλησέ μου για τα όνειρα
που τα βλέπω ασπρόμαυρα
μιαν ανάσα από τον θάνατο
είναι αυτό το ξύπνημα....
(“Έγινε η απώλεια συνήθειά μας”)
Θοδωρής Λακιώτης

Note From The Editor In Chief – The Lord Of The Editors

(One editor to rule them all
one editor to find them
one editor to bring them all
and into darkness bind them)


Κατά τη γνώμη μου δεν είναι ιδιαίτερα ευοίωνο να ξεκινάς το πρώτο σου editorial με μια απολογία.Γι’αυτόν κυρίως τον λόγο τούτο το ιντερλούδιο-σημείωμα-του-αρχισυντάκτη περιέχει δύο απολογίες. Κατ’αρχήν οφείλω να απολογηθώ για την αμέλεια των καθηκόντων μου στο προηγούμενο τέυχος.Ω ναι, για την “ελαφρά βιαστικότερη, με ελλείψεις και επί του πιεστηρίου έκδοση του” (όπως αναφέρεται στο αντίστοιχο editorial του τεύχους) δεν φταίει ο κ.κ.Αρχισυντάκτας του, Κωνσταντίνος Πουλιάσης, αλλά όντως φταίει ο Χριστόλης (δηλαδή εγώ;).

Γιατί όμως;Κάποιοι μπορεί να σκεφτουν ως αιτία της απουσίας μου την οκνηρία, άλλοι τον υπερβολικό φόρτο εργασίας (ΟΤΕ+Σχολή), άλλοι τα καλλιτεχνικά αδιέξοδα, άλλοι την τελειομανία, ενώ κάποιοι άλλοι μπορεί να σκεφτούν μια λαχταριστή πάπια με κάστανα, γαρνιρισμένη με τρούφες, πορτσίνι και σπαράγγια με σάλτσα από γλυκολέμονο (οι τελευταίοι προφανώς βρίσκονται εκτός θέματος οπότε καλύτερα να αφήσουν το ΤΜ και να ανοίξουν την τηλεόραση-παίζει να’χει “Στην Κουζίνα Ολοταχώς”).Εγώ θα αναφέρω ως μοναδική αιτία αυτήν την «κοκκινομάλλα στον ΟΤΕ» παρότι όλα τα παραπάνω ισχύουν (ναι, ναι, και η πάπια με κάστανα...), η οποία με 50% σιγουρία μπορώ να σας διαβεβαιώσω οτι αποτελεί ένα φανταστικό πρόσωπο το οποίο όμως αναφέρω εδώ καθότι πάντα οι άλλοι γίνονται πιο συμπονετικοί και επιεικείς απέναντι σου όταν υπάρχει και μια γυναίκα (και μάλιστα κοκκινομάλλα) στη μέση.

Η δεύτερη απολογία αφορά την έλλειψη κέτσαπ και μουστάρδας στο ψυγείο μου. Πραγματικά λυπάμαι γι’αυτό αλλά δεν υπάρχει και ιδιαίτερος λόγος να επιμείνουμε πάνω σ’ένα θέμα που παρουσιάζει λιγότερο ενδιαφέρον ακόμα κι από πράγματα όπως π.χ. η εκτροφή του τυρολέζικου μυγίου ή το άρμεγμα της χνουδωτής φυτόψειρας (όπως λέει και ο αείμνηστος Μπορίς Βιάν). Απλά το παραθέτω εδώ για να επιτελέσει τον ρόλο της δεύτερης (και σωτήριας) απολογίας.

Σ’αυτό λοιπόν το τέυχος που κρατάτε στα χέρια σας (Σημείωση: ενδέχεται σε μια κρίση υπερβολικής λατρείας/μίσους να αποκολλήσατε αυτή τη σελίδα από το υπόλοιπο τεύχος. Στην περίπτωση που δεν τυχαίνει να το έχετε μαζί σας, σας συμβουλέυω είτε να πάτε κατευθείαν στην τελευταία παράγραφο έιτε να τσακιστείτε να το βρείτε που να πάρει!!!) συναντάμε άρθρα από συνήθεις αλλά και ασυνήθιστους υπόπτους: Ο Γιάννης Ραφτόπουλος, έπειτα από αγρανάπαυση διάρκειας ενός τέυχους, επανέρχεται για να διηγηθεί το πιο τραγικό μέρος της ιστορίας της Manchester United. Η Νικολέττα Σοφρά δίνει μια ψυχεδελική διάσταση στην αρθρογραφία του ΤΜ. Ο απανταχού παρών Θεοφάνης Αλέξανδρος τω γένος Μηνόγιαννη αναλύει την αξία και την επίδραση που είχε το Δόγμα ’95 στον κινηματογράφο. Ο Μιχάλης “μόνιμη σύνδεση με το διάστημα” Φαμέλης εστιάζει στο φαινόμενο που λέγεται Civilization και γενικότερα στα παιχνίδια για Η/Υ που ανήκουν στο είδος turn based strategy. Η μεταγραφή από τους πολιτικούς μηχανικούς, Θοδωρής Λακιώτης, γράφει για το μάλλον σημαντικότερο ελληνικό συγκρότημα (σημαντικότερο κι από τις Hi-5;), τα Διάφανα Κρίνα (Τι;;;;Δεν έχει άρθρο για Strokes;). Και τέλος ο Νίκος Χριστόλης (πάλι εγώ;) διηγέιται το πως κατέληξε να γίνει λογότυπο του ΤΜ (τι κατάντια....) η περιβόητη πάπια μας.

Όλ’αυτά στο Turing Machine, το περιοδικό που δεν κοστίζει τίποτα, είναι τζάμπα, καθότι πιστεύουμε οτι αφού το τυπώνουμε χωρίς να πληρώνουμε μία, οφείλουμε και να το μοιράζουμε παρομοίως, όμως, πίστεψτε αγαπητοί αναγνώστες, δε θα μας χάλαγε να βγάζουμε και κάνα 20ευρω ο καθένας μας απ΄την όλη ιστορία. Το περιοδικό που έχει τόσα διαφορετικά ύφη και γούστα όσοι είναι και οι συντάκτες του. Το περιοδικό που βγαίνει όποτε το θυμόμαστε συν άλλο λίγο χρόνο ακόμα, γιατί, ξέρετε, μας παίρνει λίγο καιρό μέχρι να ετοιμάσουμε τα άρθρα. Το περιοδικό του οποίου το editorial δεν έχει σταθερή θέση – απλά βρίσκεται κάπου μεσα στο τέυχος. Το περιοδικό που δεν έχει καν σταθερό αρχισυντάκτη. Θλιβερά ψευδείς φήμες, τις οποίες εμείς οι ίδιοι φροντίσαμε να διαδώσουμε, λένε οτι η εναλλαγή της αρχισυνταξίας σχετίζεται άμεσα με τις φάσεις του φεγγαριού και εμπλέκει -ανάμεσα σε πολλά άλλα- παγανιστικές τελετές στο λόφο τις Ακρόπολης όπου οι συντάκτες του περιοδικού χορεύουν γυμνοί υπό το φως της πανσέληνου μασουλώντας φύλλα δυόσμου και ουρλιάζοντας ακατάπαυστα “burn, baby, burn”. Στην πραγματικότητα μια μυστική ενδοτιουρινγκμασινική οργάνωση αναλαμβάνει να ορίσει κάθε φορά και νέο αρχισυντάκτη, εκθρονίζοντας βάναυσα τον προηγούμενο, μόνο και μόνο για να τον γκρεμίσει κι αυτόν στα Τάρταρα (κοινώς την ομάδα των απλών συντακτών) με την έλευση του επόμενου τεύχους.

Απολαύστε υπεύθυνα.

ΥΓ: Ευχαριστώ την κα. Αικατερίνη Χριστόλη για την ευγενική χορηγία του καπέλου του αμπαζούρ της, και τον κ.Χαράλαμπο Φάββα για την προσφορά του scanner του όταν τα δικά μας είχαν κλατάρει.

...και λέγοντας αυτά ο πεφωτισμένος Αρχισυντάκτης Νίκος Χριστόλης αποχώρησε από τον θρόνο της Αρχισυνταξίας για να αποσυρθεί σ’ένα μικρό παραθαλάσσιο χωριό όπου θα μπορέσει επιτέλους να ασχοληθεί με τα δύο κύρια ενδιαφέροντα του, το ψάρεμα και την Ορθοδοξία.

Slam duck

Γένεσις δια χειρός Νίκου Χριστόλη

Σελίδα 1Σελίδα 2


Σελίδα 3Σελίδα 4


Σελίδα 5

CIVILIZATION : the Glorious past. the Exciting present. the Promising future…




Στην αρχή ήταν η Lady Ada. Μετά ήρθαν τα i386. Και κάπου στο ενδιάμεσο εμφανίστηκαν τα pc games… Τα pc games ήταν και είναι κάτι πολύ χαριτωμένα πραγματάκια που αντικαθιστούν τα στρατιωτάκια, τα αυτοκινητάκια και τη μπάλα όταν ο μέσος πιτσιρικάς έρθει για πρώτη φορά σε επαφή με τον μαγικό κόσμο του πισιού του μπαμπά του. Βέβαια, υπάρχει και το αντίπαλο δέος: οι παιχνιδομηχανές (τα ορφανά της ATARI), κατασκευάσματα μισητά για όποιον έχει παίξει στο πισί του μπαμπά στην τρυφερή ηλικία των 5 χρονών. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία που αφορά άλλους ανθρώπους και θα την αφήσουμε σε κάποιον άλλο να την πει κάποια άλλη στιγμή. Εδώ θα πούμε την ιστορία ενός πολύ συγκεκριμένου παιχνιδιού για pc και μάλιστα ενός συγκεκριμένου είδους παιχνιδιών.

Πρόκειται για παιχνίδια που ποτέ δεν ευδοκίμησαν στο μισητό αντίπαλο στρατόπεδο των παιχνιδομηχανών και ήταν πάντα παιχνίδια για PC. Μιλάμε για τα Turn Based Strategy games. Η απόδοση του όρου στα Ελληνικά θα ήταν «παιχνίδια στρατηγικής με σειρές», αλλά το «TBS» είναι πιο σύντομο. Το πρώτο και κλασικότερο τέτοιο παιχνίδι είναι, φυσικά, το …σκάκι αλλά εδώ δεν θα μας απασχολήσει το σκάκι, αλλά η τεράστια παράδοση που δημιουργήθηκε με ένα από τα πιο κλασικά ηλεκτρονικά παιχνίδια όλων των εποχών, το Civilization, του πατριάρχη μας Sid Meier.

Η πρώτη επαφή του γράφοντος με τον θρύλο αυτό του gaming έγινε στη Ν. Χαλκηδόνα μια Κυριακή, κατά τη διάρκεια μιας (κλασικής) οικογενειακής επίσκεψης, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ‘90… Το σκηνικό είναι λίγο πολύ συνηθισμένο: αφήνοντας τους μπαμπάδες και τις μαμάδες να συζητάνε στο σαλόνι, η συμμορία των τεσσάρων πιτσιρικάδων αποσύρεται στην κρεβατοκάμαρα των γονιών του Θοδωρή, όπου φυσικά βρίσκεται το γραφείο του μπαμπά και άρα το PC. Οι τρεις πιτσιρικάδες, εκστασιασμένοι κοιτάνε τον τέταρτο (το Θοδωρή) να ανοίγει το PC, σπασμένοι που πάλι δεν θα αφήσει κανέναν άλλο να παίξει και θα πρέπει πάλι μόνο να κοιτάνε. Το καινούριο παιχνίδι που του έφερε ο μεγάλος του ξάδερφος (κλασικά) είναι κάποιο …Civilization. Όμως, η συμμορία των τεσσάρων θα βαρεθεί αρκετά γρήγορα, γιατί:

1) κανείς δεν ξέρει αρκετά καλά αγγλικά για να καταλάβει τι γίνεται
2) πάλι παίζει ο Θοδωρής και οι υπόλοιποι απλά κοιτάμε
3) όπου να ‘ναι βγαίνουν τα κεφτεδάκια
4) το παιχνίδι τους φαίνεται υπερβολικά πολύπλοκο και άρα βαρετό

Παρ’ όλα αυτά, η εντύπωση έμεινε χαραγμένη: ο Μέγας Αλέξανδρος να μας απειλεί πως θα μας κάνει πόλεμο άμα δεν του τα σκάσουμε. Σημειώστε τον Μεγαλέξανδρο για αργότερα. Anyway…

Το Civilization δεν το προλάβαμε πολύ, ήμασταν πιτσιρικάδες. Προλάβαμε όμως (και πολύ μάλιστα) τα «παιδιά» του. Λιώσαμε με το Colonization, το Civilization II, το Alpha Centauri, τα Call to Power και Call to Power II και λιώνουμε με το τωρινό Civilization III…

Πρέπει να αναφερθούμε φυσικά και στο Freeciv, μια προσπάθεια να φτιαχτεί ένα open-source Civilization για το Linux. Το όλο επιχείρημα είναι σαφέστατα ενδιαφέρον, κυρίως από προγραμματιστική σκοπιά, αλλά μιας και το όλο θέμα βασίζεται στην εθελοντική δουλεία των λατρών του είδους, το όλο Project χωλαίνει αρκετά στο θέμα των γραφικών. Αυτό δεν θα έπρεπε να παίζει μεγάλο ρόλο, αλλά ευτυχώς ή δυστυχώς ο Sid μας έχει κα(λ/κ)ομάθει με το Alpha Centauri και το Civ3…

Αλλά ας πάρουμε μια ανάσα και ας πούμε λίγα πράγματα για το τι ακριβώς παίζει με τα TBS. Σε ένα κλασικό TBS (σε αντίθεση με τα υβρίδια, βλέπε Lords of the Realm, Heroes of Might and Magic, Total War κτλ) ο παίχτης καλείται να αναλάβει έναν Πολιτισμό και να τον οδηγήσει στο μεγαλείο. Ο παίχτης ελέγχει κάθε παράμετρο του Πολιτισμού του: από την οικονομία και το πολίτευμα, μέχρι το στρατό, τις επιστήμες, την παραγωγή, το εμπόριο, την επέκταση και την διπλωματία. Το παιχνίδι παίζεται σε έναν χάρτη του κόσμου (ίσως η Γη, ίσως όχι…).

Σε αντίθεση με τα (αγχωμένα) Real Time Strategy (RTS) (βλέπε Command & Conquer, Warcraft, Starcraft, Age of Empires κτλ) υπάρχουν σειρές, δηλαδή παίζουν διαδοχικά ο παίκτης και ο υπολογιστής. Εδώ μπαίνει και ο λόγος για τον οποίο ο γράφων έχει λατρέψει το Civ: δεν υπάρχει η πίεση του πραγματικού χρόνου! Ο σκοπός του παιχνιδιού διαφέρει από TBS σε TBS, αλλά μπορεί να συνοψιστεί σε δύο λέξεις: WORLD DOMINATION.

Φτάνουμε λοιπόν στο τελευταίο (προς το παρόν) στολίδι στην μακριά αλυσίδα του Civilization. Το Civilization III, που βέβαια δεν είναι καινούριο παιχνίδι, αλλά είναι το τελευταίο Civ που έχει βγει. Πρόκειται για ένα πραγματικά καλό Civilization στο οποίο έχουν γίνει πολλές από τις αλλαγές που οι φαν του είδους θεωρούσαμε απαραίτητες ήδη από την εποχή του Civilization II Scenarios, δηλαδή αρκετά παλιά. Features, όπως τα σύνορα, η σύνδεση εμπορίου και οδικού δικτύου και άλλα τέτοια εξειδικευμένα αναπτύχθηκαν επιτυχώς στο Civ3, μαζί με ένα σωρό άλλα πράγματα που είναι καινούρια. Για όποιον ενδιαφέρεται έχουν ήδη βγει και δύο add-ons, από τα οποία έχουμε παίξει το ένα και γουστάραμε ατελείωτα. Βέβαια, ο καλύτερος τρόπος να καταλάβει κανείς για τι πράγμα πραγματεύεται αυτό το (καμένο) άρθρο, είναι να χωθεί για καμιά βδομάδα στο Civ. Όλα τα άλλα είναι φιλολογίες. Αλλά ας φιλολογίσουμε λίγο ακόμα, ντες…

Όλα τα στοιχεία που μας έκαναν να αγαπήσουμε το Civilization είναι εδώ. Μπορούμε με χαρακτηριστική άνεση να φτιάχνουμε την αυτοκρατορία που πάντα ονειρευόμασταν, να βλέπουμε τι θα γινόταν αν ο Βαβυλωνιακός Πολιτισμός είχε γεννηθεί στην Αυστραλία, να κατατροπώνουμε εκείνους τους φουκαράδες που φτιάχνουν πόλεις εκεί που θέλαμε να φτιάξουμε εμείς, να φτιάχνουμε εμπορικούς δρόμους, να εξερευνούμε τον κόσμο, να φτιάχνουμε αποικίες και τελοσπάντων να κάνουμε όλα εκείνα που φανταζόμασταν να κάνουμε όταν ήμασταν πιτσιρικάδες και θέλαμε να ήμαστε βασιλιάδες και να κάνουμε ότι γουστάρουμε στον κόσμο. Γενικά το όλο concept του παιχνιδιού μάλλον θα αρέσει σε εκείνους που στο σχολείο διάβαζαν τις πίσω σελίδες του βιβλίου της Ιστορίας, εκείνες που ήταν εκτός ύλης…

Από τον καιρό του Πατριάρχη Sid Meier, υπάρχουν κάποιοι απαράβατοι κανόνες για να μπορεί ένα TBS να ονομάζεται Civilization. Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν Έθνη. Όταν δηλαδή μιλάμε για Πολιτισμούς, εννοείται πως μιλάμε για Έθνη. (Σημ: προφανώς, αν ο γράφων επιχειρήσει να εκφράσει τους προβληματισμούς του πάνω στην ταύτιση έθνους-κράτους-πολιτισμού, έχει να πέσει πολύ δούλεμα από όλες τις μπάντες, οπότε ας μείνουμε στο παιχνίδι, οκ?) Οποιοσδήποτε παίζει για πρώτη φορά ένα Civ και που σέβεται τον εαυτό του και την παράδοση του Civ στη χώρα μας, οφείλει στην παράδοση να ξεκινάει το πρώτο του παιχνίδι με τους Greeks, δηλαδή να είναι ο Μέγας Αλέξανδρος! Από εκεί και πέρα ανοίγεται μπροστά του ένα πλήθος δυνατοτήτων για την νίκη: μπορεί να κυριαρχήσει με το σπαθί του (ή και με τα τανκς ή τους ιππότες του), μπορεί να εκλεγεί παγκόσμιος πρόεδρος (ο ΟΗΕ εδώ γίνεται κάτι σαν παγκόσμια κυβέρνηση), μπορεί να κυριαρχήσει στις παγκόσμιες αγορές εξαγοράζοντας τα πάντα (αχ…), μπορεί να στείλει ένα διαστημόπλοιο στο Άλφα του Κενταύρου (εσύ εκεί πίσω μη γελάς) ή απλά μπορεί να περιμένει μέχρι το προκαθορισμένο έτος που τελειώνει το παιχνίδι και να νικήσει στα σημεία (κάτι σαν τη Δεύτερα Παρουσία με σκορ δηλαδή).

Δεν θα προσπαθήσουμε να μπούμε σε λεπτομέρειες (όπως πχ τα θεϊκά mod packs του Sn00py ή τα απίστευτα δουλεμένα scenarios όπως πχ το Korean War) ούτε σε εξιστορήσεις ηρωικών μαχών πάνω στα τείχη της Ουάσινγκτον ανάμεσα σε ηρωικά Phalanxes και κακομοίρηδες Swordsmen (α, ξέχασα να αναφέρω πως ανάμεσα στους Έλληνες, τους Βαβυλώνιους, τους Ινδούς και τους Γάλλους υπάρχουν σαν Πολιτισμός και οι Αμερικανοί με leader τον Lincoln ήδη από το 4000πΧ!!! Τι να κάνουμε πρέπει να πουλήσουμε και στα States, ετσι;). Αυτά είναι για τους μυημένους οι οποίοι δεν χρειάζονται ένα Turing Machine για να μάθουν για το Civilization! Overall, για τους φαν του είδους, το Civ3 παίρνει πέντε στα πέντε παπάκια.

Τι μας φυλάει το μέλλον? Έλα μου ντες… Με τους ρυθμούς που τρέχει η ανάπτυξη της τεχνολογίας, καθώς και με τις ολοένα μεγαλύτερες απαιτήσεις-καπρίτσια των παιχτών κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να κάνει ο Sid για να μας πωρώσει για άλλη μία φορά. Μέχρι τότε θα παίζουμε Civ3 (άντε και λίγο Alpha Centauri) και θα περιμένουμε με αγωνία (αληθινή αγωνία, χωρίς πλάκα) το CIVILIZATION IV! Άντε γεια μας…

Μιχάλης Φαμέλης

Dogma 95 ή το εξ Δανίας ορμώμενο σχέδιο σωτηρίας του κινηματογράφου…




Ο κινηματογράφος σήμερα πάσχει… Η βιομηχανία παραγωγής ταινιών μας τροφοδοτούν με προϊόντα που κυμαίνονται από κακά έως μέτρια στις περισσότερες περιπτώσεις. Σίγουρα οι εξαιρέσεις είναι αρκετές και σημαντικές, κυρίως από ανεξάρτητες εστίες δημιουργίας. Αν κάποιοι από εσάς διαφωνούν με τα παραπάνω, πολύ καλά κάνετε. Και αυτό γιατί κατά την άποψή μου ο κινηματογράφος είναι μια πολύ μα πολύ υποκειμενική υπόθεση. Ο καθένας μας αντιλαμβάνεται, αξιολογεί και τελικά επιλέγει διαφορετικά τις ταινίες, το σκηνοθέτη, τους ηθοποιούς που του αρέσουν. Οι αμέτρητες συζητήσεις που έχει κάνει η ομάδα του Turing Machine πάνω στα κινηματογραφικά δεδομένα της εποχής μας και όχι μόνο, το αποδεικνύει αυτό μέσα από τις τελείως διαφορετικές απόψεις που ακούγονται. Είναι σαν τη μουσική. Ο καθένας έχει τα ακούσματά του και τις προτιμήσεις του σε κάποια συγκεκριμένα μουσικά είδη. Για παράδειγμα (προσοχή ακολουθεί εσωτερικό αστείο) άλλοι ακούνε Strokes και άλλοι κρυφοκοιτάζουν προς Evanesence μεριά.

Που θέλω να καταλήξω όμως με όλα αυτά και τι είναι τελικά αυτό το Dogma 95. Λοιπόν τα πράγματα έχουν ως εξής. Το 1995 πέντε κύριοι σκηνοθέτες (δύο εκ των οποίων πολύ γνωστοί) οι εξής τέσσερις: ο Lars von Trier, ο Thomas Vinterberg, ο Kristian Levring, και ο Soren Kragh-Jacobsen συσκέφθηκαν, είδαν και αποφάσισαν ότι η τέχνη του σινεμά απειλείται! Τα ψηφιακά εφέ, η επεξεργασία της ταινίας εκτός πλατό και η υπερσκηνοθεσία απομάκρυναν όλο και περισσότερο τον κινηματογράφο από την ουσία και το πνεύμα του. Την τέχνη. Έτσι λοιπόν δημιούργησαν έναν δεκάλογο, τις 10 εντολές της κινηματογράφησης αν θέλετε, με την πιστή εφαρμογή των οποίων θα εμφυσούσαν και πάλι ζωή στο σάπιο και μισοπεθαμένο κορμί της 7ης τέχνης. Οι κανόνες αυτοί που είναι γνωστοί και ως Vow of Chastity συνοψίζονται ως εξής.

Όλα τα γυρίσματα πρέπει να γίνουν σε φυσικούς χώρους, δεν επιτρέπονται δηλαδή κατασκευασμένα σετ. Η καταγραφή εικόνας και ήχου πρέπει να γίνεται μόνο κατά το γύρισμα και όχι με επεξεργασία στο στούντιο αργότερα, ακούγεται και φαίνεται δηλαδή μόνο ότι αποτυπώνεται με την κάμερα. Η οποία παρεμπιπτόντως πρέπει να είναι ψηφιακή και χειρός με καλοδεχούμενα όλα τα «καλά» που έχει αυτή προσέγγιση (κούνημα, απώλεια ποιότητας κτλ). Οπτικά εφέ και χρησιμοποίηση τεχνικού φωτισμού απαγορεύονται μετά ροπάλου. Βασικό σημείο είναι ότι οτιδήποτε καταγράφεται πρέπει να συμβαίνει και στην πραγματικότητα στο σετ από τους ηθοποιούς (ή αυτούς που τους ντουμπλάρουν εντέλει). Αυτό βέβαια περιλαμβάνει από σκηνές ξύλου μέχρι σεξ!!!!! Τέλος το Dogma δίνει κάποιες τυποποιήσεις όσο αναφορά τον τύπο φιλμ και κλείνει με μια σημαντική λεπτομέρεια, το όνομα του σκηνοθέτη δεν πρέπει να αναφέρεται πουθενά!

Αφού τελείωσα με την ψιλοάχαρη διαδικασία απαρίθμησης των κανόνων ας περάσουμε στο ψητό. Το κατά πόσο αυτοί οι κανόνες – περιορισμοί είναι σε θέση να βοηθήσουν τον επίδοξο σκηνοθέτη να πλάσει κάτι καλύτερο και πιο ανθρώπινο από αυτά που μας βομβαρδίζει η βιομηχανία του Hollywood κυρίως. Πρώτα από όλα είναι εύκολο να διακρίνει κανείς ότι το Dogma είναι κατά τέτοιο τρόπο και χρόνο ορισμένο ώστε να ανοίγει τις πόρτες του κινηματογράφου σε κάθε επίδοξο ερασιτέχνη σκηνοθέτη – κινηματογραφιστή που τυχαίνει να έχει μια ψηφιακή βιντεοκάμερα. Όμως μήπως αυτή η οφθαλμοφανής και προφανώς ηθελημένη κίνηση απλοποίησης της όλης διαδικασίας αποτελεί κιόλας το πρώτο αδύναμο σημείο της συνταγής:

Τα πράγματα ευτυχώς δεν είναι τόσο απλά ώστε με μια κάμερα να γίνεται ο καθένας σκηνοθέτης. Μην ξεχνάμε πως αν ο καθένας από εμάς είχε την ίδια δυνατότητα και το ίδιο ταλέντο να παράγει τέχνη τότε αυτομάτως αυτή θα υποβιβαζόταν σε κάτι κοινό και τετριμμένο. Η τέχνη περιλαμβάνει στον ορισμό της τόσο την τυχαιότητα και την μοναδικότητα όσο και την σπανιότητα. Το Dogma δεν είναι μια συνταγή do it yourself για να φτιάχνεις ταινίες. Είναι η προσπάθεια οριοθέτησης κανόνων και «συμβουλών» για την επιστροφή του κινηματογράφου στην αγνότητα. Πώς το καταφέρνει αυτό; Ιδού …
Το πνεύμα του δεκάλογου είναι να αναδεικνύεται μέσα από την ταινία η ιστορία και οι χαρακτήρες. Οι ηθοποιοί όμως μέσω των κανόνων και των περιορισμών που αυτός θέτει έρχονται πολύ πιο κοντά στους χαρακτήρες που υποδύονται. Το παράδοξο της εμπλούτισης μέσω του περιορισμού καταφέρνει μια μεταφορά του θεάτρου στον κινηματογράφο. Ο ηθοποιός ζει την ιστορία, μπαίνει στο πετσί του ρόλου καλύτερα, του δίνεται μεγαλύτερο περιθώριο αυτοσχεδιασμού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δυο πιο χαρακτηριστικές ταινίες του δόγματος το Festen του Vinteberg και το Les Idiots του Von Trier είναι δύο ιστορίες με σφιχτό σενάριο που χαρακτηρίζονται από τις εξαιρετικά δυνατές ερμηνείες των ηθοποιών. Η πίστη και η προσήλωση σε αυτό τον ιδιόμορφο δεκάλογο έδωσε υπέροχα αποτελέσματα. Όμως τι είναι αυτό που κάνει μια ταινία καλή; Οι ερμηνείες των ηθοποιών ή η σκηνοθετική ματιά; Κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι η τυποποίηση μέσω του δεκαλόγου γέρνει την πλάστιγγα εις βάρος των σκηνοθετών. Κι όμως προσωπικά είμαι πεπεισμένος ότι τις καλές ταινίες τις βγάζουν οι καλοί σκηνοθέτες. Ακόμα και μέσα από κανόνες και περιορισμούς ο καλός σκηνοθέτης θα βρει τον τρόπο να φιλτράρει τις ικανότητες του μέσω του δόγματος και να παράγει κάτι χαρακτηριστικό του.

Το δόγμα δίνει νέους τρόπους αποτύπωσης στον σκηνοθέτη. Ο ίδιος ο Trier είχε πει ότι διατύπωσε τους κανόνες για να μπορέσει να ξεφύγει από το αδιέξοδο του να έχει εφαρμόσει όλες τις τεχνικές κινηματογράφησης. Η φορητή κάμερα δίνει παράξενα και πρωτότυπα αποτελέσματα. Για παράδειγμα στο Festen για να συμμορφωθεί με τους κανόνες ο Vinteberg άφησε την κάμερα κυριολεκτικά στα χέρια των ηθοποιών. Και αυτό ακριβώς είναι ένα από τα δυνατά στοιχεία του δόγματος. Η κάμερα ακολουθεί τη δράση και όχι το αντίθετο.
Σίγουρα αυτό το κείμενο δεν έχει σκοπό να κρίνει την ορθότητα και την χρησιμότητα του δόγματος. Αυτοί που το φτιάξανε έχουν και πιο πολλές γνώσεις από εμένα αλλά και καλύτερη συναίσθηση το τι γίνεται στα κινηματογραφικά δρώμενα. Όμως πραγματικά η απάντηση στην υποβάθμιση της ποιότητας των ταινιών είναι αυτή; Εν μέρει ναι. Το δόγμα όμως δεν είναι ο μοναδικός δρόμος. Άλλωστε οι περιορισμοί του θα μας είχαν αποκλείσει από την απόλαυση μιας αριστουργηματικά σκηνοθετημένης σκηνής φόνου από τον Alfred Hitchkok, από τον θαυμαστά ιδιόμορφο κόσμο του David Lynch ή ακόμα και από τα απίστευτα οπτικά όργια του Tim Burton (όχι που θα μου ξέφευγε!) και τόσα άλλα. Οι ίδιοι οι δημιουργοί του κιόλας φτιάχνουν και ταινίες που παραβιάζουν τους κανόνες όπως πχ ο Von Trier στο πρόσφατο Dogville.

Εν τέλει το ζητούμενο ίσως να μην είναι η σωτηρία του κινηματογράφου, αλλά η κινητοποίηση των ανθρώπων της βιομηχανίας προς ένα ανεβασμένο επίπεδο ποιότητας. Ας μην γελιόμαστε όμως , ταινίες δράσης, splatter και eye candies θα υπάρχουν πάντα και προσωπικά τα θεωρώ και απαραίτητα. Σε όλους μας αρέσει που και που να βλέπουμε λιγάκι Cruise και ολίγον Stalone. Κάτι είναι καλό ή ακόμα και αριστουργηματικό μόνο αν υπάρχει κάτι άλλο χειρότερο να το συγκρίνεις μαζί του. Ο ρόλος του κινηματογράφου καλώς ή κακώς δεν είναι μόνο το να παράγει τέχνη. Ίσως κιόλας σήμερα ακόμα περισσότερο να «απαιτείται» από αυτόν να είναι περισσότερο διασκεδαστικός. Πρέπει να υπάρχουν και ταινίες που σε προβληματίζουν αλλά και άλλες που απλά να είναι … ποπ κορν, δηλαδή εύκολες, γρήγορες και διασκεδαστικές. Για παράδειγμα οι ταινίες του αξιότιμου κύριου Tarantino αν και σίγουρα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν δείγματα τέχνης, εκτός από κολλημένους (με την καλή έννοια) φαν, είναι γενικά αποδεκτό όμως ότι είναι απίστευτα διασκεδαστικές. Και ακριβώς αυτό είναι που τις κάνει και τόσο απαραίτητες. Η τελική επιλογή είναι σίγουρα δική μας…

Μηνόγιαννης Αλέξανδρος

Σάββατο 28 Απριλίου 2007

The Odd Mods

Η μουσική και τον πνεύμα των 60s ξαναζεί παγκοσμίως. Τα μεγαλύτερα διεθνή μουσικά περιοδικά αφιερώνουν ολόκληρες σελίδες στην πολυτάραχη δεκαετία του 60, υπογραμμίζοντας τη σαφέστατη μουσική επιρροή που ασκεί στα τωρινά εμπορικά επιτυχημένα συγκροτήματα όπως στους The Strokes, The Coral και The White Stripes, αλλά και σε παλιότερες γνωστές μπάντες όπως οι Ramones, οι Fuzztones, οι Stone Roses, οι Inspiral Carpets και τόσες άλλες. Η Αθήνα βιώνει με τη σειρά της το συγκεκριμένο πνεύμα, καθώς σχεδόν καθημερινά οργανώνονται σε γνωστά bars-clubs βραδιές αφιερωμένες στη μουσική των 60s καθώς και στα συγκροτήματα που επιχείρησαν ή επιχειρούν να την αναβιώσουν. Με αφορμή την απήχηση που έχει η 60s μουσική (είτε είναι πανκ, ποπ ή ψυχεδέλεια) στο αθηναϊκό κοινό, το Turing Machine ξεκινά ένα mini αφιέρωμα στα ελληνικά συγκροτήματα που αναβίωσαν τη συγκεκριμένη μουσική, σε underground επίπεδο, στην Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια.

Οι Odd Mods σχηματίστηκαν το φθινόπωρο του 1992 από τον Απόστολο Στραγαλινό και τον Χρήστο Ταραντίλη, κατά τη διάρκεια ενός συναρπαστικού Σαββατοκύριακου στην εξοχή, το οποίο συνοδεύτηκε από ένα πάρτι όπου επικράτησε ο χορός και η 60s punk μουσική. Η αφοσίωση του διδύμου Ταραντίλη-Στραγαλινού στα 60s τους οδήγησε να ψάξουν για 3 ακόμη μέλη. Συγκεκριμένα προσκλήθηκαν οι Δημήτρης Παντελιάς ως πασίγνωστος 60s ξανθός-punker της Αθήνας, και ο Νώντας ως ιδιοφυής drummer (και οι δύο ήταν συμμαθητές του Χρήστου από το σχολείο). Η μπάντα σχηματίστηκε με την προσθήκη του Δημήτρη Κόκκαλη στο μπάσο.

Η αρχική σύνθεση του συγκροτήματος ήταν:
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΤΡΑΓΑΛΙΝΟΣ : Best Farfisa player, Backing Vocals, The Archpriest of 60s Punk
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΑΡΑΝΤΙΛΗΣ : Fuzzzzzz Guitar, Backing Vocals, Screams, The Intellectual 60s Punker
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΤΕΛΙΑΣ : Lead Vocals, Tambourine, Saxophone, The Weirdo 60s Punker
ΝΩΝΤΑΣ ΝΙΝΟΣ : The Unbelievable Drums Player, The Fugitive
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΚΑΛΗΣ : Best Bass Player, The Caveman

Οι Odd Mods πραγματοποίησαν μια σειρά από επεισοδιακά live με χαρακτηριστικότερα αυτά στην Αθήνα παρέα με τους θρυλικούς Sound Explosion και στο Βόλο μπροστά σε δεκάδες moptopers (χτένισμα Beatles) και ακόμα περισσότερες εκστασιασμένες 60s κοπέλες που έπαιζαν το ρόλο των go-go girls. Λίγες μέρες μετά από το αξέχαστο live στο Βόλο, ο Χρήστος αναγκάστηκε να αποχωρήσει λόγω σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Τη θέση του στην κιθάρα κάλυψε ο Δημήτρης Κόκκαλης, ενώ ο Βασίλης Τσίγκος ανέλαβε το μπάσο. Αυτή η σύνθεση παρέμεινε μέχρι το τέλος, λίγους μήνες μετά, περί τα τέλη του 1993.

Οι Odd Mods φάνηκε να συλλαμβάνουν τον ήχο των 60s και ειδικότερα το πνεύμα 1966, χωρίς να εκμοντερνίζουν τα όργανά τους, προσφέροντας έναν πραγματικά ακατέργαστο ήχο, αμέτρητα ουρλιαχτά και συγκινήσεις στο αθηναϊκό κοινό. Δυστυχώς, σύμφωνα με την παράδοση των garage συγκροτημάτων, διαλύθηκαν αναπάντεχα, πριν γνωρίσουν την απήχηση που πραγματικά τους άξιζε.

Σήμερα, ο Χρήστος βρίσκεται στην αρχή της ακαδημαϊκής του καριέρας στο πανεπιστήμιο ενώ ο Απόστολος ασκεί το επάγγελμα του πολιτικού επιστήμονα στο εξωτερικό. Ωστόσο, το δίδυμο συνεχίζει με την ίδια διάθεση να συμμετέχει σε επισκιασμένα garage συγκροτήματα και ανάλογο events. Ο Δημήτρης Παντελιάς έχοντας ακολουθήσει εντελώς διαφορετικούς δρόμους έκφρασης, είναι πλέον επαγγελματίας μουσικός στο εξωτερικό, ενώ για τον Δημήτρη Κόκκαλη, τον Νώντα και το Βασίλη οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες.

Πέρα από τις διασκευές : "Just Out Of Reach" (THE ZOMBIES), "The World I've Planned" (THE OXFORD V), "Gloria" (THEM), "Death Of An Angel" (THE GONN), "Strychnine" (THE SONICS), "We're Gonna Love" (THE EMBLEMS), "I Like Girls" (THE SURREALISTIC PILLAR), "Day Tripper" (THE BEATLES), συμπεριλάμβαναν στο ρεπερτόριό τους cool and moody τραγούδια όπως : "It's Understood", "Revenge", "University Girl", "Pretty Babe", "It's A Cryin' Shame", έναν φόρο τιμής στον Bo Diddley, "Bo Diddley's Mama" και το cool shaker "Jenny Caresi's Shake" αφιερωμένο στην πανέμορφη Ελληνίδα ηθοποιό.

ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
Συμμετοχή στην 7'' συλλογή "Teen(Scene - Volume 2 : Greece!" της Misty Lane Records, με το τραγούδι "University Girl".

By Brian_Jones_1966

Salvador Dali


Κάθε πρωί που ξυπνάω, βιώνω ένα υπέροχο συναίσθημα χαράς -τη χαρά να είμαι ο Σαλβαντόρ Νταλί- και αναρωτιέμαι σε έκσταση: «Τι όμορφα πράγματα θα καταφέρει σήμερα ο Σαλβαντόρ Νταλί;»



Όταν πρωτοαντίκρυσα πίνακά του, ήμουν τελείως ανυποψίαστος για αυτό που θα έβλεπα -και κυρίως για την αλυσιδωτή αντίδραση σκέψεων και συναισθημάτων που θα μου προκαλούσε. Τώρα, βέβαια, υποψιάζομαι πως και άλλοι πολλοί έχουν βρεθεί στη θέση μου. Πολλοί που θα αναρωτήθηκαν τι ακριβώς απεικονιζόταν εκεί μέσα (στον πίνακα δηλαδή) και τι μυαλό κρυβόταν πίσω από αυτό (μεγαλοφυές; παρανοϊκό ίσως;). Ο ίδιος χαρακτήριζε τα έργα του "φωτογραφίες ονείρων ζωγραφισμένες στο χέρι" και ορκιζόταν πως δεν ήταν καθόλου τρελός. Ας δούμε λοιπόν μερικά στοιχεία από την ιστορία της εκκεντρικής αυτής προσωπικότητας, που άφησε έντονη τη σφραγίδα της στην Τέχνη του 20ού αιώνα (θα συναντήσετε κι άλλες φράσεις κλισέ, προειδοποιώ).

Ο Salvador Felipe Jacinto Dali γεννήθηκε το 1904 στις Φιγκέρας της Ισπανίας. Το όνομα "Salvador" το πήρα από τον αδερφό του, ο οποίος πέθανε 9 μήνες πριν τη γέννηση του "δικού μας" Dali. Οι γονείς του πίστευαν ότι ο νέος τους γιος ήταν μετενσάρκωση του προηγούμενου, γι' αυτό και του έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα στα παιδικά του χρόνια Η αντίληψη αυτή, όμως, φαίνεται πως επηρέασε το μικρό Σαλβαντόρ, σε σημείο να πιστεύει πως στο σώμα του ζούσε κατά κάποιο τρόπο και ο νεκρός αδερφός (θυμηθείτε το αργότερα αυτό). Σύμφωνα και με τον ίδιο, σε αυτή τη φάση της ζωής του δημιουργήθηκαν στο μυαλό του περίεργες εικόνες σήψης και αποσύνθεσης (π.χ. έντομα που σαπίζουν).

Οι πρώτες καλλιτεχνικές επιρροές ήρθαν από τον Ramon Pichot, ζωγράφο και οικογενειακό φίλο, ο οποίος ενθάρρυνε την ενασχόληση το Dali με την ζωγραφική. Ο Dali απέκτησε δικό του στούντιο στο σπίτι και πήρε την πρώτη επίσημη εκπαίδευση από τον Juan Nunez. Τα πρώτα έργα του απεικονίζουν το τοπίο της περιοχής του και τα εκθέτει για πρώτη φορά το 1917, σε ηλικία 13 ετών. Το 1922 εισάγεται στην Ακαδημία του Σαν Φερνάντο, στη Μαδρίτη. Τότε γνωρίζει τους Louis Bunuel και Federico Garcia Lorca και την ίδια περίοδο ασχολείται με τον κυβισμό. Ο Dali αποβάλλεται από την Ακαδημία, λίγο πριν το τέλος της φοίτησής του, καθώς αρνείται να συμμετάσχει στις τελικές εξετάσεις. (Όταν έμαθε πως το θέμα εξέτασης ήταν το Raphael ισχυρίσθηκε πως γνώριζε περισσότερα από τους καθηγητές τους). Ο Dali όμως ήταν πολύ ... σκληρός για να πεθάνει από τη στεναχώρια του Αντί γι' αυτό, ταξιδεύει πολύ και γνωρίζει τον Picasso στο Παρίσι.

Το 1929 αποτελεί χρονιά-ορόσημο για τον Σαλβαντόρ Νταλί. Πρώτον, διότι γνωρίζει τη γυναίκα της ζωής του, τη Gala Elouard. Και δεύτερον, διότι εντάσσεται στους Σουρεαλιστές του Παρισιού. Είναι τότε που με το φίλο του Louis Bunuel γυρίζουν το φιλμ "Ένας Ανδαλουσιανός Σκύλος". Και είναι τότε που ξεκινά η ξέφρενη πορεία του προς την κορυφή. Τα έργα που εκθέτει τον φέρνουν αρχικά πιο κοντά στους Σουρεαλιστές, αλλάζουν και διαμορφώνονται όμως ταχύτατα και με ένα πολύ προσωπικό ύφος. Τελικά, το 1934, ο Salvador Dali εγκαταλείπει τους Σουρεαλιστές καθώς τον ενοχλεί η υποστήριξη που δείχνουν προς τις μαρξιστικές ιδέες και δεν τον εκφράζουν οι νέες τους τάσεις. Έχει αναπτύξει μια προσωπική μέθοδο αντίληψης της πραγματικότητας την οποία και μεταφέρει στους πίνακές του, τη λεγόμενη "Παρανοϊκή - Κριτική Μέθοδο Μετασχηματισμού". Ο ίδιος την αναφέρει και ως "παράλογη γνώση" ή "εκφραστική έκσταση". Ήταν ένας τρόπος να αποκτά υπόσταση το παράλογο ή το μη πραγματικό. Για να το πούμε πιο απλά ήταν μια διαδικασία με την οποία ο καλλιτέχνης έβρισκε νέους τρόπους να βλέπει τον κόσμο γύρω του. Και στηριζόταν στην ικανότητα του καλλιτέχνη να προσλαμβάνει διαφορετικές παραστάσεις μέσα από το ίδιο εικονικό πλαίσιο Όλοι μας έχουμε εφαρμόσει τη μέθοδο αυτή, όταν κοιτάζουμε τα σύννεφα και βλέπουμε διάφορα πρόσωπα και αντικείμενα να σχηματίζονται. Ο Dali, αν και δεν ήταν παρανοϊκός, κατάφερνε να σκέφτεται και να φαντάζεται πράγματα παρανοϊκά ή μη συμβατικά με το συνήθη τρόπο αντίληψης, χωρίς να χρησιμοποιεί ναρκωτικές ουσίες και ελέγχοντας αυτήν την "προσομοίωση παράνοιας".

Έχοντας μεταβεί στις ΗΠΑ με την Gala στις αρχές τους 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Dali επιστρέφει στην Ευρώπη το 1948. Η Gala τον πείθει ότι τα όσα έχει καταφέρει ως Σουρεαλιστής δεν είναι τίποτα μπροστά στις αληθινές δυνατότητές του. Έτσι, και με την προτροπή της συντρόφου του, ο Dali δουλεύει πάνω στο προσωπικό του στυλ και την τεχνική του, ώστε να φτάσει να γίνει κλασικός. Γύρω στα 1950, επηρεασμένος από τη ρίψη της ατομικής βόμβας, ο Dali αναπτύσσει τις αρχές του "Πυρηνικού Μυστικισμού" μέσω του οποίου εκφράζει έναν εκλεπτυσμένο συνδυασμό όλων των καλλιτεχνικών και φιλοσοφικών του επιρροών. Υποστηρίζει πως η επιστήμη σύντομα θα λύσει το μυστήριο της ζωής και πως η βάση της ζωής θα αποδειχθεί σπειροειδής (σύμπτωση; - λίγο αργότερα οι Watson και Crick εκδίδουν τις εργασίες τους πάνω στο DNA.). Κατά τη δεκαετία του '60 πειραματίζεται με την Pop Art και τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό, για να καταλήξει στη στερεοσκοπική ζωγραφική και τα ολογράμματα της δεκαετίας του '70.

Το 1970 χωρίζει με τη Gala. Της χαρίζει έναν πύργοτου για να διαμένει και την επισκέπτεται μόνο μετά από γραπτή της πρόσκληση. Η Gala, σύντροφος και μούσα του Dali, πεθαίνει το 1982. Τότε ουσιαστικά σταματάει και το έργο του. Ο Dali ζει τα τελευταία του χρόνια σ' ένα δωμάτιο δίπλα στο Μουσείο του. Πεθαίνει το 1989 και θάβεται μέσα στο μουσείο, περιβαλλόμενος από την τέχνη που δημιούργησε.

Ένα βασικό στοιχείο πολλών έργων του Dali είναι η νεκροφιλία (γιακ! εδώ μπορείτε να αηδιάσετε λίγο). Ο ίδιος δεν είχε πρόβλημα να το παραδεχθεί και ισχυριζόταν πως την είχε ξεπεράσει. Σε πολλούς πίνακές του απεικονίζονται νεκρά πρόσωπα, κρανία και πτώματα ζώων - ενώ η εικόνα των μυρμηγκιών που καταβρόχθισαν μια νεκρή νυχτερίδα εμφανίζεται πολύ συχνά.

Θα αναφερθούμε εδώ σχετικά, σε μια πολύ γνωστή ταινία του Dali. Μιλάμε για τον "Ανδαλουσιανό Σκύλο". την πρώτη σουρεαλιστική ταινία. Γυρίστηκε το 1928 από τον Dali και το φίλο του Louis Bunuel. Μια σκηνή στην αρχή της ταινίας δείχνει ένα μάτι να κόβεται σε φέτες. Μια άλλη δείχνει ένα κουφάρι σε αποσύνθεση και στο φιλμ εμφανίζονται επίσης δύο νεκροί γάιδαροι να ξεπροβάλλουν από την κορυφή ενός πιάνου. Γενικά η ταινία περιέχει σκηνές που μένουν αξέχαστες. Το σχόλιο του δημιουργού: «μια απελπισμένα παθιασμένη έκκληση στο φόνο».

Το 1989, χρονιά θανάτου του Salvador Dali, ένα ροκ συγκρότημα, οι Pixies, με το δικό τους χαρακτηριστικά παθιασμένο και σκληρό ύφος τραγουδάνε το "Debaser", εμπνευσμένο από τον "Ανδαλουσιανό Σκύλο" - οι συνειρμοί δικοί σας:


Got me a movie I want you to know
Slicing up eyeballs I want you to know
Girlie so groovy I want you to know
Don't know about you
But I am un chien andalusian
Wanna grow, Up to be, Be a DEBASER

Μιχάλης Μαθιουδάκης

Δευτέρα 23 Απριλίου 2007

Tim Burton

Σχεδόν κάθε μεγάλος σκηνοθέτης μπορεί να συνδυαστεί με μια ταινία του που τον χαρακτηρίζει. Ο Coppola για παράδειγμα αυτονόητα ίσον με Godfather. Kubrick με Clockwork Orange (δεν είμαι και πολύ φαν τον εξελληνισμένων τίτλων) ακόμα και Spielberg με ΕΤ. Ο Tim Burton όμως, που κατ’ εμέ σίγουρα είναι ένας από τους μεγάλους σκηνοθέτες, χαρακτηρίζεται όχι από μια ταινία του, αλλά από το παράξενο ύφος και προσωπικό του αποτύπωμα που έχει αφήσει σε σχεδόν όλες του τις δουλειές.



Ο Tim Burton λοιπόν πριν καταπιαστεί με την σκηνοθεσία υπήρξε ένας αρκετά μέτριος μαθητής με μοναδικό ενδιαφέρον την ζωγραφική και τις ταινίες. Μάλιστα η ζωγραφικές του ικανότητες ήταν τόσο καλές που προσλήφθηκε από την Disney ως animator. Το ανήσυχο πνεύμα του όμως δεν άντεχε την εξαιρετικά βαρετή αυτή δουλειά, μιλάμε για το 1979 έτσι ούτε υπολογιστές ούτε τίποτα, και αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στις ταινίες. Στις πρώτες από αυτές ,το Frankenweenie και το Pee-wee's Big Adventure ,έδωσε και τα πρώτα δείγματα γραφής. Η μεγάλη επιτυχία και αναγνώριση όμως ήρθαν όταν το 1988 οι Michael Keaton , Winona Ryder , Gina Davis και Alec Baldwin υπό τις οδηγίες του ξεσάλωσαν στο πιο frantic ghost party που είχε αποτυπωθεί ποτέ σε σελιλόιντ. Ο περιβόητος σκαθαροζούμης ενσαρκωμένος με την κατάλληλη δόση ανεμελιάς και έπαρσης από τον Keaton προκάλεσε σοκ και ενθουσιασμό στις «αθώες ψυχές» των απροετοίμαστων θεατών του. Η ταινία αυτή όπως και αρκετές άλλες του, έπασχε λίγο στην συνοχή, αλλά κέρδιζε πάρα πολλά από τα απίστευτα γκαγκς και τις ατάκες που ξεστόμιζαν οι πρωταγωνιστές.

Εδώ πρέπει να γίνει ειδική μνεία στην φύση των ηρώων του Burton. Οι ήρωες του είναι τύποι περιθωριακοί, αυτοί που βλέπεις στο δρόμο και στην καλύτερη περίπτωση γελάς μέσα στα μούτρα τους, ενώ η χειρότερη από αυτές περιλαμβάνει πίσσα, πούπουλα και άλλα ευχάριστα καλούδια σε μια πανδαισία ανθρωπισμού και αδελφοσύνης, κατάλοιπο εκείνης της όμορφης αλλά και άγριας δύσης! Τέλος πάντων, από τον Vincent και τον Σκαθαροζούμη έως τον Ψαλιδοχέρη και τον Icabod Crane όλοι οι ήρωες του Burton είναι από μίζεροι και κομπλεξικοί έως βουτυροπλουσιόπαιδα που το παίζουν τιμωροί του εγκλήματος, λέγε με και Batman, και αδέξιοι χλεχλέδες που στο τέλος εκτός από το να νικάνε ακέφαλους τύπους παίρνουν και το κορίτσι (Cristina Ritchie). Πάρτε έναν έναν τους χαρακτήρες και θα δείτε ότι όλοι μα όλοι έχουν και κάτι το στραβό και μίζερο πάνω τους. Φανερά αγαπημένος του ο Johnny Depp που έχει παίξει σε τρεις ταινίες έχοντας ενσαρκώσει τον κουλό (Edward Scissorhands), τον άσχετο – ψώνιο (Ed Wood) και τον χέστη (Icabod Crane) που στο τέλος είπαμε παίρνει και το κορίτσι όμως!



Φυσικά αφιέρωμα σε Tim Burton χωρίς Batman δεν γίνεται και αναφέρομαι στους πρώτους δύο και όχι στα εκτρώματα που ακολούθησαν από κάτι τύπους σαν τον Joel Schumacher. Michael Keaton εδώ πρωταγωνιστής και μπορώ να πω η απόλυτα gothic ατμόσφαιρα. Απίστευτα σκηνικά και σενάριο ειδικά κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του κύριου Burton. Εύκολα ξεχνάει κανείς τις ατάκες του Joker ή του Penguin? Στην εποχή τους, ειδικά το πρώτο έκανε θραύση και σε κριτικές και σε ταμεία. Βεβαίως όταν διαλέγεις για κακούς ,ηθοποιούς όπως ο Jack Nicholson, o Danny DeVito (αγνώριστος) και ο Christopher Walken το αποτέλεσμα σίγουρα θα είναι εντυπωσιακό. Το τεράστιο κεφάλαιο που λέγεται Michelle Pfeiffer δεν είναι του παρόντος να αναλυθεί αλλά σίγουρα η μάυρη δερμάτινη στολή της δίνει υλικό για αρκετή ενασχόληση. Pure magic!

Βεβαίως ως γνήσιος παράξενος ο Tim Burton δεν έχει αποφύγει και τις πατάτες. Προσωπικά σε αυτές συγκαταλέγω μόνο το σχετικά πρόσφατο Planet of the apes και όχι το κατά τη γνώμη μου πολύ καλό Mars Attacks! και δικαιολογούμαι. Αρχίζουμε από τα άσχημα , το remake τις κλασικής ταινίας με τον Charlon Heston (ξέρετε αυτόν που ακούει Michael Moore και κόβει πέρα, βλέπε Bowling for Columbine) ήταν πιστεύω η πρώτη και ελπίζω τελευταία καθαρά χολιγουντιανή ταινία του. Ατμόσφαιρα μηδέν, χαρακτήρες τίποτα, σκηνικά κάτι λίγα. Ακόμα και ο χαρακτηριστικός απόκληρος και μίζερος πρωταγωνιστής έλειπε δίνοντας τη θέση του σε έναν mucho Mark Wahlberg που το παίζει ο γαμάω και δέρνω του πλανήτη (κρίμα γιατί τον έχω και αυτόν σε υπόληψη). Ευτυχώς την παρτίδα σώζει λίγο ο Tim Roth όντας πραγματικά εκπληκτικός στο ρόλο του αρχιστράτηγου των πιθήκων. Ελπίζω αυτό το φιάσκο που ονομάσαν ταινία του Burton να βγήκε έτσι επειδή δεν τον αφήσαν να δουλέψει και όχι γιατί δύει το άστρο του.

Από την άλλη το Mars attacks! εκτός από εισπρακτική αποτυχία,ήταν όντως και ένα γενικό μπάχαλο. Σίγουρα δεν θα ήθελα να ήμουν παραγωγός σε μια ταινία με τουλάχιστον 10 πρωτοκλασάτα ονόματα που οι μισοί από αυτούς έχουν μέσο όρο εμφάνισης 5 λεπτά. Μιλάμε για την αποθέωση των cameos! Ευτυχώς για τον Burton ο ίδιος ήταν και παραγωγός. Η ιστορία άκρως γελοία όπως βέβαια απαιτούν και οι προδιαγραφές μιας καλής σάτιρας. Σημείωση ότι λίγο καιρό πριν είχε κυκλοφορήσει το eye candy που λέγεται Independence day, όπου οι εξωγήινοι ήταν κάτι κακάσχημα τέρατα που αντικαθιστούσαν πόλεις με κρατήρες. Στην ταινία του Burton βλέπουμε κάτι άθλια, γελοία τερατάκια με επίσης γελοίο περπάτημα να παίρνουν φαλάγγι τον στρατό των ΗΠΑ μόνο και μόνο για να κατατροπωθούν από ένα μουσικό hit του ’30, αγαπημένο κομμάτι της γιαγιάς του πρωταγωνιστή. (Παρένθεση, λίγα λόγια για τον πρωταγωνιστή : άθλιος, φλώρος, φουκαράς αλλά στο τέλος παίρνει την Natalie Portman και φεύγει!). Δυστυχώς η προσπάθεια του να σατιρίσει τις ταινίες καταστροφής συνδυάζοντας στοιχεία b-movie και ειδικών εφέ,δεν αναγνωρίστηκε. Εξού και η χλιαρή μάλλον υποδοχή που έλαβε το αποτέλεσμα.

Ένα απωθημένο που του είχε μείνει από την εποχή που δούλευε στην Disney το έβγαλε σχετικά νωρίς ,αναλαμβάνοντας την παραγωγή και το σενάριο του αρκετά περίεργου καρτούν The Nightmare Before Christmas και με το claytoon (χαρακτήρες από πηλό) Vincent. Το Nightmare και καλά προορίζεται για παιδιά αλλά μάλλον φρίκη θα φάνε με τα τερατάκια και την όλη φάση! Ήταν μάλιστα και το εισιτήριο του για την καρέκλα του σκηνοθέτη στο Beatlejuice. Στο Vincent τη φωνή του ήρωα, που ήθελε παρά την θέληση όλων να γίνει σαν τον Vincent Price, την έκανε ίδιος ο Price.

Αδικημένη του ταινία θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί το πρόσφατο Sleepy Hollow, όπου ο Burton επιστρέφοντας στην γνωστή του gothic ατμόσφαιρα, μετατρέπει ένα γνωστό παραμύθι σε ένα ανελέητο σόου αποκεφαλισμών. Αν και δεν αγαπήθηκε ιδιαίτερα, ο ακέφαλος καβαλάρης (ενσαρκωμένος «ακέφαλα» βεβαίως από τον μεγάλο Christopher Walken) είναι χαρακτηριστικό «παιδί» του Burton. Ίσως το μελανό της σημείο που έδωσε πάτημα στους αμφισβητίες της, να ήταν το γεγονός ότι ο Burton πειραματίστηκε αφαιρώντας σχεδόν ολοκληρωτικά το κραυγαλέο χιούμορ που χαρακτήριζε τις μέχρι τότε ταινίες του. Ο Icobod σίγουρα ήταν ο γκαφατζής τυπάκος που θα μας έκανε να γελάσουμε, αλλά αυτό του το χαρακτηριστικό ο Burton επέλεξε να μην το κινηματογραφήσει, αλλά να μας αφήσει να το φανταστούμε.



Ίσως μια από τις πιο άγνωστες ταινίες του να είναι το Ed Wood. Γυρισμένη ασπρόμαυρη, η ταινία ξετυλίγει την πραγματική ιστορία του ομώνυμου ήρωα. Ενσαρκωμένος ιδανικά από τον Depp, o Wood αποκαλύπτει τόσο το μέγεθος του ταλέντου του (ανύπαρκτο! Θεωρείται ο χειρότερος σκηνοθέτης που υπήρξε ποτέ!) όσο και τις παραξενιές του χαρακτήρα του (του άρεσε να ντύνεται με γυναικεία ρούχα!). Βεβαίως οι ταινίες του (Plan 9 from outer space, Glen or Glenda? και άλλες) θεωρούνται πλέον απόλυτα cult. Στην πραγματικότητα όμως, η ταινία αποτελεί φόρο τιμής ,όχι μόνο στον κύριο Wood ως αλληλεγγύη παραξενιάς, αλλά κυρίως στο πρόσωπο του Bela Lugosi και στην βιομηχανία των b-movies που άνθησε την δεκαετία του ’50. O Lugosi, ο πιο γνωστός αναμφισβήτητα Κόμης Δράκουλας μαζί με τον Christopher Lee, πρωταγωνίστησε σε πολλές τέτοιες ταινίες. Ο Wood τον ανακαλύπτει στα τελευταία του χρόνια, προσφέροντας του την ευκαιρία να ξεφύγει από την παρακμή του γυρίζοντας το κινηματογραφικό κύκνειο άσμα του. Η ιδιότυπη σχέση «πατέρα – γιου» που αναπτύσσεται μεταξύ τους, σκιαγραφείται με θαυμαστό τρόπο από τον Burton. Πιθανώς ο ίδιος να έβαζε τον εαυτό του στη θέση του Wood, όντας θαυμαστής του Lugosi.

Η καινούργια ταινία του, που είναι βέβαιως περιττό να πω ότι την περιμένω πως και πως είναι το Big Fish. Τόσο το καστ (McGregor, Finney, Crudup, Lange, DeVito) όσο και το σενάριο (οι απίστευτα διογκωμένες με ψέματα ιστορίες ενός τύπου στον γιό του) προϊδεάζουν για κάτι πραγματικά καλό. Ιδομεν τον γενάρη που θα κυκλοφορήσει.

Η μαγεία στις ταινίες του είναι η ιδιαίτερη σκηνοθετική του ματιά, που μετατρέπει απλά σενάρια σε οπτικοακουστικά όργια. Δύσκολα κάποιος άλλος σκηνοθέτης θα μπορούσε αρχίζοντας με τόσα λίγα να φτιάξει τέτοιες ταινίες. Ίσως να μπορεί να χαρακτηριστεί σκοτεινός παραμυθάς, αφού οι ιστορίες του μοιάζουν βγαλμένες από τα παραμύθια γιαγιάδων με αρκετή δόση ψυχεδέλειας όμως! Αυτό που θα ήθελε να ήταν ο γνωστός παραμυθάς Spielberg αλλά δεν τόλμησε ποτέ να γίνει! Το να είσαι τόσο διαφορετικός και τόσο παράξενος, συνήθως αποτελεί καλό σημάδι ότι η βιομηχανία του Hollywood θα σε απορρίψει. Ευτυχώς την εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, που αποτελεί ο Tim Burton, υπάρχει η δυνατότητα να την απολαμβάνουμε. Ελπίζω μόνο ο ίδιος να μην κάνει μια στροφή προς το πιο συμβατικό σινεμά για χάρη των στούντιο και του box office, αλλά να παραμείνει πιστός σε αυτό το ιδιόρρυθμο και θαυμαστό όραμά του.

Μηνόγιαννης Αλέξανδρος

George Orwell

Σπάω το κεφάλι μου και δεν μπορώ να το βρω. Αδυνατώ να εντοπίσω εκείνο το απροσδιόριστο θέμα το οποίο εκτός από εμένα θα ενδιαφέρει και τον αναγνώστη που θα τύχει να διαβάσει το Turing Machine. Στο σημείο αυτό νομίζω ότι ακούω τον Αλέκο να αναφωνεί με βροντερή φωνή, “ΣΕ ΟΠΟΙΟΝ ΑΡΕΣΟΥΜΕ, ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΔΕ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΜΕ!” Δέχομαι. Ωστόσο, τολμώ να αντιπώ, “Ρε συ Αλέκο δέχομαι ότι τυπώνουμε το περιοδικό για να γουστάρουμε πρώτα απ’όλα εμείς, όμως ποιο το νόημα να γράφουμε αν εκτός από εμάς κανείς άλλος δε καταδέχεται να διαβάσει το φανζίν μας ούτε καν στις ξέγνοιαστες ώρες που σπαταλά ανέμελος στην τουαλέτα του;” Όμως, το καταστάλαγμα της πείρας έρχεται να με αποστομώσει και να με ενθαρρύνει συνάμα, “Έλα μωρέ... Μην αγχώνεσαι... ” Χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω τον ακριβή τρόπο η κουβέντα αυτή λειτουργεί ως εναλλακτικό αγχολυτικό χάπι. Έχει καλώς. Θα γράψω ότι γουστάρω.

Αν υπάρχει κάτι για το οποίο θέλω να μιλήσω αυτό είναι ένα βιβλίο. Ένα όχι οποιοδήποτε βιβλίο αλλά ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό αριστούργημα που ακούει στον τίτλο 1984, ο μεγάλος αδερφός. Πιστεύω πως ότι και να πω είναι όχι λίγο αλλά απλά περιττό, καθώς τόσο τα συναισθήματα όσο και οι σκέψεις που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης του βιβλίου είναι τόσο μοναδικά και αποκαλυπτικά που οι λεκτικές περιγραφές απλά περιορίζουν το μεγαλείο τους. Στηριζόμενος έτσι στην πεποίθηση ότι δεν έχει νόημα να μεταφέρω τις προσωπικές μου εντυπώσεις από τη μελέτη του 1984, θα προτιμήσω να ασχοληθώ με το φαινόμενο Τζώρτζ Όργουελ. Ποιος ήταν ο Τζώρτζ Όργουελ; Πότε γεννήθηκε; Πού έζησε; Ποια γεγονότα υπήρξαν τόσο καταλυτικά στη ζωή του ώστε να σταθεί ικανός να δημιουργήσει με μοναδικό βοηθό την πένα του ένα τέτοιο ανεκτίμητο διαμάντι όπως το 1984; Ας δούμε.



Τζώρτζ Όργουελ ήταν το ψευδώνυμο ενός χλωμού συμπαθητικού Άγγλου που γεννήθηκε στην Ινδία το 1903 με το όνομα Έρικ Μπλέιρ. Θέλω να πιστεύω ότι ένας από τους σύγχρονους κατόχους του επιθέτου Μπλέιρ, κατά την προσωπική μου άποψη γλοιώδης, άθλιος και απεχθής, δεν αποτελεί απόγονο του. Ξεφεύγουμε όμως. Ο Όργουελ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Ίτον της Αγγλίας και εργάστηκε ως αξιωματικός της αυτοκρατορικής Ινδικής αστυνομίας της Μπούρμα. Οι σοσιαλιστικές του ιδέες γρήγορα τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τη θέση αυτή και να εγκατασταθεί στο Λονδίνο και το Παρίσι. Εκεί, μέσα σε μεγάλη φτώχεια που τον ανάγκασε να κάνει όλες τις δουλειές, καλλιέργησε τις προσωπικές του εμπειρίες από τη ζωή και τις μετέφερε αντικειμενικά στα βιβλία του. Μέσα από αυτά φαίνεται ο επαναστατικός χαρακτήρας του Όργουελ. Διακρίνεται ένας άνθρωπος που δε γνώριζε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς και που προσπαθούσε να αφυπνίσει την ανθρώπινη συνείδηση. Αναζητώντας στοιχεία του χαρακτήρα του στέκομαι εντυπωσιασμένος στο σημείο όπου αναφέρεται ότι παρ’ όλο ότι ο ίδιος ήταν κριτικός της λογοτεχνίας, αντιπαθούσε τους διανοούμενους. Ακόμη, αν και είχε υπηρετήσει στον Ισπανικό εμφύλιο ως εθελοντής με τους κυβερνητικούς, μισούσε τους κομουνιστές. Ίσως επειδή ο Τζώρτζ Όργουελ μίσησε την υποκρισία και το ψέμα το ίδιο, όπως και τη σκληρότητα στη ζωή και στη λογοτεχνία.

Από τα γνωστότερα βιβλία του το 1984 και Η φάρμα των ζώων. Άλλα λιγότερο γνωστά Η κόρη του ιερωμένου, Η τιμή στην Καταλονία κ.α. Σε όλα τα έργα του ο Όργουελ στρέφεται γύρω από την πάλη του ανθρώπου εναντίον των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων που πάνε να τον συντρίψουν. Στέκεται στην ψυχολογική ανάλυση των ηρώων του και προτιμά μια πολεμική πλοκή. Από τα βιβλία του αφήνεται διάχυτη η εντύπωση πως ο σημερινός άνθρωπος είναι ανίκανος να τα βγάλει πέρα με τις απαιτήσεις της ιστορίας του. Ίσως εκεί ακριβώς στοχεύει ο Όργουελ. Να ταρακουνήσει και να γκρεμίσει τις χάρτινες ψευδαισθήσεις μας που δεν ξεπερνούν τα όρια του εγώ μας. Ίσως επιδιώκει να τραβήξει βίαια τα ψυχικά ελατήρια εκείνα που μας διακρίνουν από τα κτήνη και που η αλλοτρίωση του καιρού μας ή οι αδίστακτες φιλοδοξίες μας αχρήστευσαν σιγά σιγά. Ίσως απλά να αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά στον πλανήτη γη ανάθεμα και να διαισθάνεται την άσχημη κατάληξη του.

Ίσως...


Φάββας Χάρης

what's up duck? (editorial)



Δεύτερο τεύχος για το new favorite magazine και ως εκλεκτός εκπρόσωπος της Ιερής Αρχισυνταξίας (οι συνομωσιολόγοι μιλούν για οργάνωση καθοδηγούμενη από την λίγκα των illuminati,η οποία ως γνωστόν δρομολογεί ύπουλα και αραχνοΰφαντα τις παγκόσμιες εξελίξεις από την εποχή του Γαλιλαίου-Φαμελη, κοίτα τι μαλακίες κάθομαι και γράφω για ‘σένα ), αναλαμβάνω την ιερότατη υποχρέωση της συγγραφής του editorial.

Ομολογώ πως διαβάζοντας το αντίστοιχο κείμενο του προηγούμενου τεύχους (απόπειρας για τους μυημένους),είμαι ακόμα προβληματισμένος για το τι τελικά είναι το Turing machine και γιατί το κυκλοφορούμε. Επειδή είμαι σίγουρος πως τα ίδια ερωτήματα ταλανίζουν όλους τους αναγνώστες μας που από όταν πρωτοκυκλοφορήσαμε έχουν χάσει τον ύπνο τους,σπεύδω ευθύς αμέσως να απαντήσω. Λοιπόν, το TURING MACHINE είναι η πάπια του. Ω ναι, καλά διαβάσατε χιλιοβασανισμένοι μου αναγνώστες. Είναι η πάπια που βρέθηκε ένα βράδυ του Ιούνη στην Πανόρμου από το φίλτατο και συνεπέστατο συνεργάτη (γιατί αν δεν τιμήσεις τους αρχισυντάκτες σου θα πέσουν και θα σε πλακώσουν στο ξύλο) Αλέκο.

Όταν την πρωτοδείς ,αμέσως καταλαβαίνεις ότι η πάπια αυτή δεν είναι σαν όλες τις άλλες. Καταρχήν μιλάει με sexy και βραχνή φωνή (είναι πραγματικά όλα τα λεφτά όταν προσπαθεί να μιμηθεί το φαλτσέτο του Thom Yorke στα τραγούδια των radiohead των οποίων όπως μας εκμυστηρεύτηκε ήταν κάποτε μεγάλη fan) και φοράει αθλητικά παπούτσια με αερόσολα (reebok pump,ως αυθεντικό 90’s freak).

Μια μέρα που αράζαμε όλοι μαζί η πάπια ήταν εμφανώς στραβωμένη, το ‘χαμε καταλάβει γιατί τραγουδούσε συνέχεια το στιχάκι “I don’t feel at home in this generation” από Black rebel motorcycle club(και η πάπια ως γνήσια μουσικόφιλη εκφράζεται τραγουδώντας ή παίζοντας παπάδες στην κιθάρα μου).Σε κάποια φάση λοιπόν διακόπτοντας την νωθρή ησυχία του απογευματινού μας καπνίσματος μας έβαλε τις φωνές . «Ρε μαλάκες» (γιατί η πάπια παρότι διαβάζει «Καθημερινή», είναι παιδί της πιάτσας και δεν το ‘χει και σε τίποτε να αρχίζει να βρίζει σαν λιμενεργάτης), μας είπε, «γιατί είστε έτσι ακαμάτηδες; Χάνετε που χάνετε το χρόνο σας με μουσικές, ταινίες, φιλοσοφίες και αμπελοφιλοσοφίες, πολιτικές και παραπολιτικές, εσύ ρε Νικολάκη σκιτσάρεις κιόλας μια χαρά (η πάπια είναι και γνήσια κόμικ φαν και μάλιστα δεν γουστάρει την ακίνδυνη καρικατούρα του είδους της που ακούει στο όνομα Donald Duck), γιατί τα κρατάτε για την πάρτη σας; Φτιάχτε ένα φανζινάκι, γράψτε τα, μεταδώστε τα και συζητήστε τα με ΑΛΛΟΥΣ». Αυτό το «άλλους» το ‘πε πολύ δυνατά. Η πάπια μας ξέρετε είναι γνήσια punk (να τη τώρα στέκεται δίπλα μου φορώντας το φρεσκοπλυμένο της μπλουζάκι Sex Pistols) και δε γουστάρει καθόλου που το σύνθημα της punk έκρηξης έχει μετατραπεί από “DO IT YOURSELF” σε “do it alone”. Τα λόγια της ήταν πραγματικό ηλεκτροσόκ. Κλοτσιά στα αρχίδια της βαρεμάρας μας .Μας έπεισε!

Κυκλοφορήσαμε λοιπόν την πρώτη μας απόπειρα και η πάπια αμέσως ξεστράβωσε. Από τότε γίναμε κολλητάρια. Είναι κοντά μας όποτε τη χρειαζόμαστε και αποδεικνύεται ο καλύτερος συμβουλάτορας. Είναι κοντά μας στις χαρές και τις λύπες, όποτε νιώθομε σημαντικοί ή ασήμαντοι (“extras in the movie adaptation to the sequel to our lives”, που λέει και ένα στιχάκι των Pavement). Φεύγει βέβαια για κάποιο καιρό αλλά ξέρουμε πάντα ότι θα επιστρέψει, για να μας θυμίζει ότι η όποια δημιουργικότητά μας δεν πρέπει να πάρει....τις λίμνες.

Καταλάβατε? Aν ναι, να το κοιτάξετε. Aς δούμε και λίγο το τεύχος. Καταρχήν να ξεκαθαρίσω ότι βγήκε επί του πιεστηρίου (και γι’ αυτό δεν ευθύνεται ο κ.κ. Αρχισυντάκτης αλλά ο Χριστόλης ), επομένως έχει ελλείψεις (η πάπια έβαλε τις φωνές ). Ειδικότερα η στήλη μου που περιλαμβάνει μόνο μία κριτική και αυτή στους Strokes (όσοι διαβάσατε το προηγούμενο τεύχος μπορείτε να βάλετε τα γέλια). Απ’ την άλλη τα fanzines (όπως και οι rock n roll stars) δε χρειάζεται ν’απολογούνται. Επίσης καλωσορίζω ( γουστάρω παραγοντιλίκια!) στο συντακτικό team: το Χάρη Φάββα με την πιο πειραματική προσέγγιση στο έργο του Όργουελ, τον Μιχάλη Μαθιουδάκη με την περιεκτική βιογραφία του στον Νταλί και το Γιάννη-vote him for president-Σημαιάκη (το άρθρο δεν το ‘χω διαβάσει άλλα επενδύω χωρίς καμία επιφύλαξη). Tέλος απ’ τους συνήθεις υπόπτους , αφιέρωμα στον μεγάλο παραμυθά Tim Burton από τον Αλέκο-silence is easy- Μηνόγιαννη καθώς και τη διεστραμμένη αλλά έξυπνη απόπειρα απόδειξης ότι η καταστροφή είναι performance από τον Tέως Αρχισυντάκτη Μιχάλη Φαμέλη (ρε μπας και παίρνεις λάβδανο;). Τελικά καλή φαίνεται η σούμα. Καλή ανάγνωση!

Κώστας Πουλιάσης

Η τέχνη της καταστροφής

 «Το θέαμα δεν είναι ένα σύνολο εικόνων, αλλά μια κοινωνική σχέση ατόμων μεσολαβημένη από εικόνες»

--Γκυ Ντεμπόρ, «Η κοινωνία του Θεάματος»

       


Μπορεί κανείς να αντιμετωπίσει την μαζική τρέλα και τις τραγικά παράλογες στιγμές της παγκοσμιότητας σαν κάποιου είδους παράξενη, ανεξήγητη –και κατά περίσταση ακόμα και ιδιοφυή- τέχνη; Ξέρω πως τραβάω την ίδια την έννοια της τέχνης από τα μαλλιά, όμως να θυμίσω το ρητό «ένας φόνος είναι τραγωδία, ένα εκατομμύριο είναι στατιστική» Γιατί όχι και τέχνη; Μπορείτε να φανταστείτε τον Μπιν Λάντεν σαν έναν παρανοϊκό περφόρμερ; Τον Χίτλερ, το Μουσολίνι και τον Στάλιν σαν ιδιοφυείς θιασάρχες; Την τερατώδη αρχιτεκτονική των σύγχρονων μητροπόλεων σαν σουρεαλιστικές πραγματείες; Δεν θα προσπαθήσω να επιχειρηματολογήσω σοβαρά υπέρ αυτής της φαντασίωσης, δεν θα μπορούσα, άλλωστε. Όμως που μπορούμε να φτάσουμε με μια παρόμοια συλλογιστική;
Καταρχήν, μπορούμε να πούμε πως ένα χάπενινγκ είναι η προσπάθεια ενός περφόρμερ να προκαλέσει την φαντασία και να θέσει ερωτήματα στο κοινό του, σε «αυτούς που κοιτούν». Με την παραδοχή ότι η τέχνη είναι έκφραση με σκοπό και τον προβληματισμό του θεατή, μπορούμε να δικαιολογήσουμε την καταχώρηση του περφόρμερ σαν καλλιτέχνη, εξ’ ου και μπορούμε να μιλάμε για performing artists. Τραβώντας τώρα αυτήν την συλλογιστική στα άκρα θα μπορούσαμε ίσως να θεωρήσουμε την 11η Σεπτεμβρίου σαν ένα παγκόσμιο χάπενινγκ…

Enki Bilal, σχεδιαστής κόμικς: «Ποια είναι η πρώτη ανάγκη του καλλιτέχνη; Ν’ αφήσει τα ίχνη του. Και είτε το επιδιώκει είτε όχι, αυτό ισχύει ως συνέπεια του όποιου έργου. Η εργασία που υπάρχει σε κάθε χάπενινγκ, ακόμη και σε ένα σκουπάκι μέσα στη λεκάνη του WC, δεν είναι παρά το έργο ενός τύπου που θέλει να προκαλέσει τη φαντασία, να θέσει ερωτήσεις σ’ αυτούς που το κοιτούν. Ο Μπιν Λάντεν σίγουρα δεν είναι καλλιτέχνης. Διέπραξε εγκλήματα παράλογα, τρελά, προκάλεσε το θάνατο αθώων σε τεράστια κλίμακα. Αλλά μ’ αυτή τη συμβολική επίθεση ενάντια στα σύμβολα, δημιούργησε κι αυτός εικόνες που θα μείνουν στην ιστορία της ανθρωπότητας, που θα τις βλέπουμε στην τηλεόραση, χωρίς να λογαριάζουμε και τις ιδιωτικές βιντεοκάμερες πολλών που κατέγραψαν και αυτές τα συμβάντα». «Κατά βάθος τι ήταν αυτή η επίθεση; Ένα χάπενινγκ σε πραγματικό χρόνο, μόνο που δεν μας είχαν καλέσει να το παρακολουθήσουμε. Ο Κρίστο όταν τυλίγει με διάφορα υλικά την γέφυρα Pont Neuf του Σηκουάνα μας προσκαλεί! Όχι όμως και ο Μπιν Λάντεν. Αλλά τα καταφέρνει κι αυτός καλά, αφού για τόσες ημέρες μας έδειχναν εκείνες τις εικόνες της απίστευτης, εντυπωσιακής και τρομακτικής ομορφιάς».

Μια σαλεμένη ιδιοφυΐα θα μπορούσε να θεωρήσει το κακό σαν την ύψιστη μορφή τέχνης. Υπάρχει καλύτερος τρόπος να εξηγήσεις σε κάποιον τι σημαίνει πόνος από το να τον πονέσεις; Τα αεροπλάνα που συντρίβονταν στο WTC ήταν εργαλεία στα χέρια ενός παρανοϊκού καλλιτέχνη που προσπαθούσε να εξηγήσει στον μέσο αμερικανό τον πόνο και την αγωνία του μέσου παλαιστίνιου στα γκέτο της Σάμπρα και Σατίλα;


Πάλι ο Bilal, αναφερόμενος σε χαρακτήρα από το τελευταίο του κόμικ, το «32 Δεκέμβρη»: «Τα χάπενινγκ του είναι επίσης μια καταγγελία, μια διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο και την ανθρώπινη τρέλα. Με αυτήν την έννοια υπάρχει μια σχεδόν ευγενής πλευρά στις πράξεις του, αν και χρησιμοποιεί γι’ αυτό το σκοπό με άθλιο τρόπο το θάνατο των άλλων». Αν αφαιρέσει κανείς την εμπάθεια τόσο του καμικάζι, όσο και του ηθικού αυτουργού, η 11η Σεπτεμβρίου είναι το αγνό και απόλυτο κακό (θυμάται κανείς τον «άξονα του κακού»;) και άρα «καθαρή» τέχνη…


Επίλογος:

Στις 14 Αυγούστου του 2003 ολόκληρες οι βορειοανατολικές ΗΠΑ βυθίστηκαν στο σκοτάδι, κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μπλακ άουτ στην ιστορία των ΗΠΑ. Ακολούθησαν μεγαλειώδεις εικόνες παρανοϊκής ομορφιάς καθώς χιλιάδες εργαζόμενοι έφευγαν από το νησί του Μανχάταν με τα πόδια, όπως στο βίντεο κλιπ των REM για το “everybody hurts”. Το «έργο τέχνης», εδώ τυχαίο και ο καλλιτέχνης το ίδιο το πλήθος που αντέδρασε με γνώμονα την άμεση ανάγκη του να γυρίσει σπίτι. Η στιγμή της χρεοκοπίας του (κατά τα άλλα πανίσχυρου) Συστήματος μεταμορφώνεται από το πλήθος σε καλλιτεχνικό γεγονός (μια πορεία!) που μπορεί να ερμηνεύεται από όποιον κοιτάει σαν συλλογική παράνοια…

Θα μπορούσε κανείς να βρει μια «άγρια ομορφιά», μια τερατώδη και θηριώδη αρμονία στις μεγάλες στιγμές συλλογικής τρέλας του 20ου αιώνα;


Μαζικές παρελάσεις στο Βερολίνο ή την Μόσχα. Χιλιάδες όρθια πρωτεύοντα προσπαθούν να γίνουν κάτι που δεν είναι: μηχανές. Προσπαθούν να μετατρέψουν τον εαυτό τους σε μηδαμινότητες, να χάσουν την ετερότητά τους στον ωκεανό της «εθνικής» ή της «ταξικής» ολικής συνείδησης. Πάνω από τις χιλιάδες των ρομποτόμορφων ανθρώπων δεσπόζει η μορφή του Ηγέτη: του Φύρερ, του Πατέρα όλων των προλετάριων. Υπάρχει μια έμφυτη θεατρικότητα στην ιεροτελεστία της παρέλασης. Μια τραγικότητα που κορυφώνει την προσπάθεια του Ανθρώπου να βρει μια αιτία για την ίδια του την αλλοτριωμένη ύπαρξη. Και όλα αυτά ενορχηστρώνονται και συγκεφαλαιώνονται στο πρόσωπο ενός ακόμα «καλλιτέχνη». Ο Ηγέτης καθοδηγεί τα ανθρώπινα εργαλεία του στην αυταπάρνηση, την υπέρβαση, την ίδια την καταστροφή τους και στον θάνατο. Ο Ηγέτης είναι ο θιασάρχης και ο πρωταγωνιστής αυτής της γελοίας παράστασης. Είναι ο καλλιτέχνης της απελπισίας του τίποτα, της κενότητας και του κορεσμού του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Σπέρνοντας το θάνατο εκατομμυρίων αθώων κάνει την τρέλα του σύμβολο και καταγγελία για την ανθρώπινη βλακεία…

Μιχάλης Φαμέλης

Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

Turing Machine , απόπειρα νούμερo ένα

Και εκεί που δεν το περιμένει κανένας, τον Ιούνη του 2003 το συντακτικό team κάνει το πρώτο του τρομοκρατικό, αφυπνιστικό χτύπημα, βαθιά μέσα στην καρδιά της πραιτωροκρατούμενης ΣΗΜΜΥ - λέγε με και ECE γιατί γουστάρω - ξαφνιάζοντας και φοβίζοντας , προβληματίζοντας και θαμπώνοντας.

Η αρχή είχε γίνει. Οι πάπιες χωρίς επίσημη αναγνώριση ακόμα χτύπησαν και έφυγαν. Ακολουθεί λοιπόν η προκήρυξη που αφήναν στο διάβα τους.
Viva la revolucion , siempre!

Ολόκληρο το τεύχος σε pdf βρίσκεται εδώ.

Ο κύριος Alan Mathison Turing και η μηχανή του













REC Ένα από τα μεγαλύτερα μυαλά που πέρασε από τον χώρο των θετικών επιστημών τον εικοστό αιώνα γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1912. Το όνομα του Alan Turing και σίγουρα θα ένιωθε δικαιωμένος από τον σεβασμό και τον θαυμασμό που εμπνέει το όνομα του στους κύκλους των επιστημόνων και όχι μόνο. Μαθηματικός που επέκτεινε τις δραστηριότητες του σε πάρα πολλούς διαφορετικούς τομείς. Από τα θεωρητικά μαθηματικά και την κρυπτογραφία ως τη βιολογία και τη θεωρία εξέλιξης των ειδών. Θεωρείται ο πατέρας των ηλεκτ..STOP χμμ πόλυ «εγκυκλοπαιδικό», μου φαίνεται θα πέσει χέρι από τον αρχισυντάκτη. Πάμε πάλι από την αρχή! REWIND

REC Alan Mathison Turing. Όπως και οι περισσότερες διάνοιες στην εποχή τους ήταν παρεξηγημένος. Κανείς δεν τον είχε και σε πολύ μεγάλη υπόληψη. Βεβαίως έβαζε και αυτός το χεράκι του για να συντηρεί την φήμη του παράξενου. Συν τοις άλλοις ήταν και μέλος της αρκετά διαδεδομένης αλλά και κρυφής κάστας των ομοφυλοφίλων αφού κατά καιρούς διατηρούσε σχέσεις με συνεργάτες του. Επαναστάτης από τη φύση του όμως αρνήθηκε να κατασταλάξει σε πανεπιστημιακά πόστα παχυλών μισθών για να κάνει την έρευνα που αυτός ήθελε σε νέους τομείς. Εμείς ως συντακτικό team είναι αυτονόητο ότι θεωρούμε την σπουδαιότερη επινόηση του Alan (χρόνια φίλος μας) την θεωρητική του μηχανή, εξού και ο τίτλος!

Η μηχανή αυτή λοιπόν ,που είναι απλά ένα θεωρητικό μοντέλο, αποτελεί κατά κάποια έννοια μια προσπάθεια προσομοίωσης του ανθρώπινου εγκεφάλου. Έτσι η περιβόητη
Turing machine ,για την οποία τακτικοί θαμώνες του μαθήματος του κυρίου Ζάχου σίγουρα θα έχουν ακουστά, είναι ένα αφηρημένο μηχανικό - μαθηματικό μοντέλο με το οποίο μπορούν να υλοποιηθούν θεωρητικά όλοι οι αλγόριθμοι. Ακούγεται λίγο μπερδεμένο αλλά στην ουσία είναι ένας υπολογιστής που διαβάζει από μια ταινία είτε 0 είτε 1 και γράφει πάνω στο ίδιο κουτάκι πάλι είτε 0 είτε 1 ανάλογα με το τι είχε κάνει στο προηγούμενο βήμα. PAUSE Διάλειμμα για τσιγάρο, γιατί εμείς εδώ στο Turing Machine είμαστε εργατικοί τεμπέληδες.

REC Ο Alan με αυτή τη μηχανή άνοιξε το δρόμο για την δημιουργία των ηλεκτρονικών υπολογιστών με τη μορφή που τους ξέρουμε σήμερα. Όταν λοιπόν εκεί που κάθεστε αμέριμνα μπροστά στον υπολογιστή σας και γράφεται εργασία στις μετρήσεις ,έχοντας φτάσει στην 14η σελίδα χωρίς να έχετε κάνει save, ξαφνικά τα windows κολλήσουν, θα ξέρετε πλέον ποιόν να βρίσετε!! Χμμμ μάλλον για τον Bill Gates πάει αυτό αλλά τι να κάνω κάπως πρέπει να γεμίσω την σελίδα που απομένει. Δεν γίνεται, δεν θα ξαναπάρω τεχνικό άρθρο. Δεν είναι κατάσταση αυτή, ο αρχισυντάκτης στη λέει, οι συντάκτες στην λένε, το κόμικ δεν είναι έτοιμο!! Αι σιχτίρ πια! Από εδώ και πέρα άρθρα μόνο για Julian Moore και Jacques Tati (κύριος Ιλό rules έτσι Κώστα και Μιχάλη;).

Τώρα γιατί εμείς ονομάσαμε
Turing's machine το fanzine μας; Πρώτον ρωτήστε τον εκπληκτικό και αξιοθαύμαστο αρχισυντάκτη μας (λίγο γλείψιμο ποτέ δεν έβλαψε κανέναν). Δεύτερον γιατί δεν νομίζω ποτέ να υπάρξει στάνταρ θεματολογία, καθένας γράφει την παπαριά του, οπότε προσεγγίζουμε λιγάκι την γενικότητα που εισήγαγε ο Turing. Και τρίτον και ίσως και πιο σωστό ... γιατί απλά ακούγεται γαμάτο!STOP

Μηνόγιαννης Αλέξανδρος

ps. image copyright : http://www.shardcore.org/shardpress/index.php?tag=religion

xDSL: Άνθρακες ο θησαυρός (εν Ελλάδι, ελέω ΟΤΕ)

Ο ειδικός επιστημονικός συνεργάτης Βασίλι Καλαμπάκιεφ, το σωτήριο έτος 2003 περιέγραφε μια κατάσταση όχι και πολύ διαφορετική από αυτήν του 2007 ...



Όταν κάποιος πρίν περίπου 2 χρόνια τόλμησε να προφέρει την μαγική λέξη DSL εντός των ελληνικών συνόρων,δέν ήξερε πού έμπλεκε και το κυριότερο τί μας περίμενε,εμάς τους κατακαημένους έλληνες χρήστες του Internet,που broadband ακούν,βλέπουν, και οσφραίνονται αλλά δέν αγγίζουν και δέν γεύονται..Καί το θέμα είναι:Πότε,πόσο και με τί ταχύτητες..

Γιά όσους δέν γνωρίζουν ΤΙ είναι το DSL,θα κάνουμε μιά μικρή εισαγωγή.Για την ακρίβεια όταν λέμε DSL (Digital Subscriber Line) εννοoύμε xDSL,όπου στη θέση του 'x' αντικαθίστανται πολλά άλλα γράμματα.Έτσι μιλάμε για SDSL,ADSL,LDSL,VDSL κ.α.Η "οικογένεια" DSL είναι στην ουσία διάφορα πρωτόκολλα μεταφοράς δεδομένων που χρησιμοποιούν συχνότητες στα σύρματα χαλκού που δεν βρίσκονται έν χρήσει απο το υπάρχον τηλεφωνικό δίκτυο.Έτσι γίνεται δυνατή η χρήση των υπαρχόντων καλωδίων του παλιού γνωστού μας ΟΤΕ,για γρήγορο,φτηνό Internet.Υπάρχουν διάφορες "γεύσεις" DSL,που ικανοποιούν διαφορετικές ανάγκες και έχουν το ανάλογο κόστος στον τελικό χρήστη.

Η τεχνολογία DSL που επί του παρόντος λειτουργεί πιλοτικά (αυτό το πιλοτικά θα το ακούμε για πολύ ακόμα) στην Ελλάδα είναι το ADSL (Asymmetric Digital Subscriber Line),και ΘΑ προσφέρει ταχύτητες της τάξης των 256kbps/128kbps download/upload συγχρόνως (δηλαδή το download δεν θα επηρεάζεται από το upload,κάτι που έχει ιδιαίτερη σημασία όπως θα δούμε παρακάτω),στατική διεύθυνση IP (γιά όσους δέν γνωρίζουν,θα δούμε παρακάτω,υπομονή),καθώς και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων μία τηλεφωνική γραμμή.

Όλα αυτά σύμφωνα με τα πακέτα που έχουν εξαγγείλει οι εταιρείες που έχουν μέχρι στιγμής ανακοινώσει ότι ΘΑ παρέχουν υπηρεσίες DSL (Intraconnect,Vivodi,Forthnet).Αυτό που δέν λένε οι άνωθι εταιρείες σχετικά με την των ποιότητα υπηρεσιών που θα προσφέρουν,είναι απλό:Γιατί οι ταχύτητες να είναι τέτοιες,με τέτοιες τιμές,τη στιγμή που στον έξω κόσμο (βλέπε Ευρώπη,Ηνωμένες Πολιτείες και ανεπτυγμένη Ασία),οι ταχύτητες είναι πολλαπλάσιες και το κόστος υποπολλαπλάσιο;Ο λόγος είναι,όπως σε αρκετές περιπτώσεις,το κέρδος.Και εξηγούμε.

Για να προσφέρουν τις υπηρεσίες DSL,οι εταιρείες είναι υποχρεωμένες να πληρώσουν για τον εξοπλισμό ενός ISP (Internet Service Provider),για τον εξοπλισμό DSL,αλλά και να μισθώσουν bandwidth από τον ΟΤΕ (μέσω HellasPak).Όλα αυτά κοστίζουν,και για να βγούν κερδισμένες οι εταιρείες αυτές,μέσα σε περιθώρια ασφαλείας πάντα,ακολουθούν την εξής πολιτική:εκεί που η τεχνολογία τους επιτρέπει να προσφέρουν υψηλές ταχύτητες,δέν το κάνουν για να αυξήσουν τον αριθμό πελατών που θα καταναλώνουν το ίδιο bandwidth.Έτσι δέν χρειάζεται να μισθώσουν μεγαλύτερο bandwidth,και δέ χρειάζεται να πληρώσουν για περισσότερα DSLAM.

Τα DSLAM είναι τα κέντρα που εξυπηρετούν γραμμές DSL,και έχουν την ιδιαιτερότητα ότι όσο περισσότερο είναι κάποιος απομακρυσμένος απο αυτά,τόσο μικρότερη είναι η ταχύτητα που πιάνει η σύνδεση του.Με λίγα λόγια,όσο μεγαλύτερη είναι μιά περιοχή,τόσους περισσότερους χρήστες έχει,και τόσο περισσότερα DSLAM χρειάζεται για να μήν πέφτει η ταχύτητα των συνδέσεων.Άρα τόσο μεγαλύτερο κόστος για τον παροχέα,ο οποίος υποτίθεται εγγυάται για ένα ελάχιστο bandwidth.Έτσι χρησιμοποιούν λίγα DSLAM,καλύπτοντας όσο γίνεται περισσότερους χρήστες με όσο γίνεται μικρότερο bandwidth.Έν ολίγοις,μας ρουφάνε το αίμα (εεε, το bandwidth..)

Η δικαιολογία:"Δέν υπάρχει ζήτηση που να δικαιολογεί την επένδυση.".Η διάψευση:Οι χιλιάδες που έχουν προεγγραφεί για να ενημερωθούν όταν γίνει διαθέσιμη η σύνδεση στην περιοχή τούς.Η αιτία:Κορέστηκε το ISDN;Όχι.Δυστυχώς πολλοί επιλέγουν την μετάβαση από την απλή σύνδεση PSTN στην ISDN σε μια εποχή που παρουσιάστηκε το V92,πρωτόκολλο μεταφοράς δεδομένων για τα γνωστά μας PSTN modem,που προσφέρει ότι και η απλή (1 κανάλι) σύνδεση ISDN,χωρίς επιπλέον κόστος εκτός της αγοράς modem που να υποστηρίζει V92 (οι τιμές των οποίων - για εσωτερικά modem μιλάμε - έχουν ξεφτιλιστεί)!Κι όμως,τώρα είναι που βρίσκει έδαφος το ISDN τόσα χρόνια μετά την παρουσίαση του στην Ελλάδα,και πολλά χρόνια μετά την παρουσίαση του στο εξωτερικό.Και αυτό το ξέρει ο ΟΤΕ και οι ISPs και συμφέρει και βολεύει και τους δύο (άν και η ευθύνη βαραίνει μάλλον τον ΟΤΕ που θέλει να ξεπουλήσει το ISDN και μετά να αποφασίσει να κάνει περαιτέρω βήματα,ρίχνοντας τις τιμές και κάνοντας την ζωή των ISPs και των χρηστών πιο έυκολη,άν και μάλλον θα προσφέρει και αυτός DSL - υποτίθεται σύντομα).

Και μιλάμε για απελευθέρωση των επικοινωνιών,κοινωνία της πληροφορίας και διάφορα άλλα επικοινωνιακά τρύκ,σε μιά χώρα που η εισαγωγή των υπολογιστών στην εκπαίδευση είναι η χαμηλότερη στην Ευρώπη,η χρήση του Internet περιορισμένη και οι ρυθμοί διάδοσης της Πληροφορικής (αγορά οικιακών υπολογιστών,χρήση και εξοικείωση μαζί τούς και με το Internet) από τους χαμηλότερους της Ευρώπης (όχι της Ενωμένης απλά,της ηπείρου εννοούμε ,π.χ η Βουλγαρία έχει πολύ μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης).

Πολλοί μπορεί να ισχυριστούν:Μήπως δέν χρειαζόμαστε γρήγορο και φτηνό Internet;Μήπως μας φτάνει αυτό που έχουμε;Και στο κάτω κάτω,τί το χρήσιμο έχει το Internet;Ακόμα και όλα τα άλλα να τα αποκλείαμε και να τα καταρρίπταμε (εκπαιδευτικοί σκοποί,γρηγορότερη συγκέντρωση μεγαλύτερου όγκου πληροφοριών και αρχείων,video-conferencing,pay-per-view sites,Voice-over-IP telephony,κ.α.) σάν λόγους που σίγουρα μπορούν να φανούν χρήσιμοι,2 πράγματα έρχονται πρώτα στο μυαλό:File sharing και online gaming.Ακριβώς οι ίδιοι λόγοι που οδήγησαν σε τεράστια ζήτηση στο εξωτερικό και αύξησαν γρήγορα τον ανταγωνισμό,ρίχνοντας τις τιμές και αυξάνοντας τις ταχύτητες.

Με το file sharing μέσω δημοφιλών εφαρμογών (όπως τα γνωστά Kazaa,WinMX,iMesh) γίνεται δυνατή η ανταλλαγή παντώς είδους αρχείων,από εκατομμύρια χρήστες ανά τον κόσμο,με πιο δημοφιλή τα αρχεία μουσικής και βίντεο.Άν και έχουν ανακύψει μια σειρά από νομικά προβλήματα,το file sharing υπάρχει και πολύ δύσκολα θα σταματήσει να υπάρχει,γιατί προσφέρει αυτό που θέλουν οι χρήστες εύκολα και γρήγορα:μία παγκόσμια αρχειοθήκη προσβάσιμη απο τον καθένα.Ένα πρόβλημα που ανακύπτει είναι οι τζαμπατζήδες (freeloaders),που δεν προσφέρουν αρχεία αλλά απλά "τραβάνε" αρχεία απο άλλους,χωρίς να συνεισφέρουν σε αυτό το παγκόσμιο "παζάρι".Ο λόγος δεν είναι η κακεντρέχεια,αλλά πολύ απλά η τεχνολογική αδυναμία.Όταν κάποιος διαθέτει μόλις 56kbps για να κατεβάσει (στην πραγματικότητα ακόμη λιγότερα),και χρειάζεται ίσως ώρες για να κατεβάσει αυτό που θέλει,σίγουρα δε θα έχει καμία διάθεση να του τρώει κάποιος το μισό bandwidth ανεβάζοντας κάτι (και εδώ φαίνεται η διάφορα του DSL,γιατί όχι μόνο κατεβάζεις γρηγορότερα,αλλά το κατέβασμα γίνεται ανεξάρτητα απο το ανέβασμα χωρίς αντίκτυπο στην ταχύτητα του κατεβάσματος).Με λίγα λόγια,όποιος έχει bandwidth,δεν έχει πρόβλημα να μοιράζεται.Τα πράγματα θα γίνονταν πολύ καλύτερα για όλους μας.

Και όσον αφορά το online gaming πόσοι δέν καταφεύγουν στα Internet cafe μόνο και μόνο για να μπορέσουν να παίξουν με αξιοπρεπή ταχύτητα multiplayer games με την παρέα τους,αντί να το κάνουν αυτό από τα σπίτια τους (τον νέο νόμο περί παιγνίων δεν τον σχολιάζω,το αντίστοιχο του να πετροβολάμε γυναίκες λόγω περιβολής όπως στα μουσουλμανικά θεοκρατικά κράτη);Όλοι μας θα μπορούσαμε να κάνουμε host τα αγαπημένα μας παιγνίδια και να έχουμε πάρε-δώσε με gamers από όλη την υφήλιο..Για να μήν μιλήσουμε για την Cyber Athlete League,το επαγγελματικό πρωτάθλημα gamers,πράγματα φουτουριστικά για την Ελλάδα της Ενωμένης Ευρώπης και του 21ου αιώνα..

Τί μπορούμε να κάνουμε;Μπουκοτάζ στις υπηρεσίες που δέν μας χρειάζονται γιατί πολύ απλά υπάρχουν καλύτερες που θα μπορούσαμε να απολαμβάνουμε.Ακόμα πιό έντονη εκδήλωση του ενδιαφέροντος μας για φτηνό,γρήγορο Internet για όλους.Και απ'οτι φαίνεται θα χρειαστούμε και πολύ υπομονή γιατί "εδώ είναι Βαλκάνια,δεν είναι παίξε-γέλασε.." και όλα σπεύδουν βραδέως και ανάλογα με τα κέφια του καθενός..



Ορολογία:

bandwidth : ο συνολικός όγκος δεδομένων που μπορεί να μεταφερθεί σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (συνήθως μετριέται σε kbps,kilobits per second)

Voice-over-IP : τεχνολογία που επιτρέπει την μεταφορά φωνής μέσω του Internet,δηλαδή τηλέφωνο μέσω Internet,σε όλο τον κόσμο,αλλά με χρέωση την χρέωση χρήσης του Internet , συνήθως χαμηλότερη των αντίστοιχων υπεραστικών-διεθνών κλήσεων.Χρειάζεται αντίστοιχη δυνατότητα του συνομιλητή.

ISP : Internet Service Provider,Παροχέας Διαδικτυακών Υπηρεσιών.Εταιρείες ή οργανισμοί,όπως η OTEnet,Forthnet,ACN κ.α που αναλάμβανουν την σύνδεση με το Internet.

PSTN : Public Service Telephone Network,Δίκτυο Δημόσιας Υπηρεσίας Τηλεφώνου.Η απλή γραμμή τηλεφώνου που γνωρίζουμε όλοι (όσοι έχουμε τηλέφωνο..)

HellasPak : Το δημόσιο δίκτυο διαμεταγωγής δεδομένων στο οποίο βασίζονται οι ISPs και όποιοι οργανισμοί για την μεταφορά δεδομένων μεγάλου όγκου..

Βασίλης Καλαμπάκας

Κοκκινοσκούφω





Όπως ξέρουν ακόμα και τα μικρά παιδιά, μένω στο δάσος... γι αυτό ακριβώς το φροντίζω και προσπαθώ να το διατηρώ καθαρό. Μια ηλιόλουστη ευχάριστη μέρα, ενώ καθάριζα τα απομεινάρια ενός πικ-νικ, άκουσα μια τσιριχτή, φάλτσα φωνή να τραγουδά τρομάζοντας τα φιλαράκια μου τα πουλάκια που κεηλαδούσαν ως τότε ανέμελα. Κρύφτηκα πίσω από ένα δέντρο και τότε την είδα να τσαλαπατάει τα αγριολούλουδα...

Ήταν βουτηγμένη στα κόκκινα. Ο σκούφος της κόκκινος σκούρος με μια ξεφτισμένη φουντίτσα. Το φόρεμα της κόκκινο ανοιχτό με πορφυρές βουλίτσες. Τα νύχια της βαμμένα κόκκινα. Κόκκινα μαλλιά πλαισίωναν το πρόσωπό της, που είχε αναψοκοκκινίσει από το περπάτημα. Στο δεξί της χέρι κράταγε ένα μπουκέτο από σακατεμένες παπαρούνες... δεν είχε, φαίνεται καταλάβει ότι τα κόκκινα αυτά λουλουδάκια μαδάνε μόλις τα κόψεις. Με το αριστερό έσερνε ένα καλάθι με super λιχουδιές (sandwich με κέτσαπ και κόκκινες πιπεριές, ντομάτες, φράουλες, βαμμένα αυγά και μερικές kit kat ήταν ότι πρόλαβα να δω.



Είναι προφανές ότι αισθάνθηκα υποχρεωμένος να την ελέγξω... ήταν ντυμένη τόσο περίεργα κι επιπλέον είχε ρημάξει το μισό μπαξέ! Έτσι την σταμάτησα, πάντα τυπικός, ζητώντας της να μου συστηθεί. Ακούς εκεί Κοκκινοσκουφίτσα! Μου ακούστηκε σαν κάποιο κωδικό όνομα. Κατόπιν άρχισε να φλυαρεί, λέγοντάς μου ότι πήγαινε να δει την άρρωστη γιαγιά της, που έμενε σε μια καλύβα στο δάσος. Εγώ σαφέστατα γνώριζα την συμπαθέστατη γριούλα, έναν σπάνιο άνθρωπο που πραγματικά αγαπούσε το δάσος και πάντα με φίλευε κανένα παϊδάκι όποτε την επισκεπτόμουν. Αισθάνθηκα ένα τρέμουλο στο φυλλοκάρδι μου... αν το κορίτσι έλεγε την αλήθεια, τότε η φίλη μου ήταν άρρωστη στο κρεβάτι -αν, πάλι, έλεγε ψέματα (κάτι που θεωρούσα αρκετά πιθανό), τότε έπρεπε να προστατέψω τη γιαγιά από το ύποπτο αυτό κορίτσι. Ένα δυνατό φτέρνισμα διέκοψε τις σκέψεις μου. Φαίνεται ότι το κόκκινο υποκείμενο είχε αλλεργία στις παπαρούνες... την παρακολούθησα έξαλλος να βγάζει ένα χαρτομάντηλο από την τσέπη του κόκκινου παλτού της, να φυσάει με επιμονή την μύτη της μέχρι η άκρη από τα ρουθούνια της να γίνει κόκκινη και να πετάει το μυξωμένο χαρτομάντηλο κΆτω! Ε,ΟΧΙ! ΩΣ ΕΔΩ! Έβαλα μια τρεχάλα μέχρι το σπίτι της γιαγιάς, η οποία όχι μόνο έχαιρε άκρας υγείας, αλλά έκανε και ακροβατικά στη στέγη του σπιτιού της μαζί με την κεραμιδόγατα. Μόλις με είδε, έδωσε ένα σάλτο και βρέθηκε δίπλα μου χαμογελαστή. Λαχανιασμένος της εξήγησα τα καθέκαστα.


-πράγματι, αυτή που περιγράφεις είναι η εγγονή μου, είπε λυπημένη. Κάθε φορά που έρχεται στεναχωριέμαι. Θέλουν να με πείσουν να γκρεμίσω το σπιτάκι μου για να χτίσουν ένα ξενοδοχείο. Ο γαμπρός μου πιστεύει ότι η τοποθεσία είναι ιδανική... η κόρη μου επιμένει να πάω στην πόλη, μα εγώ δεν αντέχω το καυσαέριο, την φασαρία και αυτή τη στριμωγμένη μοναξιά. Γι αυτό, όταν με κάλεσαν στο σπίτι τους για το Σαββατοκύριακο, είπα ότι είμαι άρρωστη. Να όμως που η μικρή έρχεται να με δει! Τι θα κάνω τώρα; Δεν μπορώ να παριστάνω την άρρωστη στα ψέματα!


Αυτά είπε μονορούφι η γριούλα. Εγώ με τη μια βρήκα λύση!


-Έννοια σου, γιαγιά! Εγώ είμαι πολύ καλός ηθοποιός! Θα φορέσω τα ρούχα σου και τα γυαλιά σου, θα κουκουλωθώ κάτω από τα σκεπάσματά σου και η εγγονή σου θα με περάσει για εσένα!

Η γιαγιά σκέφτηκε ότι αυτό θα είχε πλάκα, και συμφώνησε. Κρύφτηκε κάτω από το κρεβάτι, γιατί εγγονή της ήταν, της είχε λείψει και ήθελε να την δει κι αυτή. Δεν είχα προλάβει να βολευτώ στο πουπουλένιο στρώμα της γιαγιάς, και καταφτάνει και η Κοκκινοσκούφω.

Από την πρώτη κιόλας στιγμή φανέρωσε τον αγενή και δύστροπο χαρακτήρα της. Με το που μπήκε μέσα, κάτι είπε για τα μεγάλα μου αυτιά. Το θεώρησα πολύ άσχημο, να θέλει να προσβάλει έτσι την γιαγιά της, αλλά είμαι υπομονετικός με τα μικρά παιδιά και αντιμετωπίζω τα ενοχλητικά τους σχόλια με χιούμορ. Έτσι, της απάντησα ότι με τα μεγάλα μου αυτιά μπορώ να την ακούω καλύτερα... αν ήξερα τι είχα να ακούσω ακόμα! Η γαϊδουρία της, όμως δεν σταμάτησε εκεί. Έκανε ακόμη ένα σχόλιο για τα γουρλωτά μου μάτια! Τέλος πάντων, επειδή δεν ήθελα να φέρω τη σχέση της φιλενάδας μου με την εγγονή της σε ρήξη, γύρισα και το άλλο μάγουλο απαντώντας στην μικρή ότι τα γουρλωτά μου μάτια με βοηθούν να την βλέπω καλύτερα. Την επόμενη φορά που άνοιξε το στόμα της, μα τον Θεό, ξεπέρασε κάθε όριο. Βλέπετε έχω ένα κόμπλεξ με τα δόντια μου, πιστεύω ότι με αγριεύουν λίγο. Ε, λοιπόν η Κοκκινοσκούφω έκανε ένα καυστικό σχόλιο χτυπώντας ακριβώς το ευαίσθητό μου σημείο. Με ρώτησε γιατί έχω τόσο μεγάλα δόντια. Έπρεπε να είχα κρατηθεί, αλλά γρύλισα ότι τα δόντια μου θα με βοηθήσουν να την φάω καλύτερα.


Βέβαια, κανένας λύκος δεν θα έτρωγε ένα μικρό κορίτσι, αυτό το ξέρει όλος ο κόσμος. Μα αυτό το χαζό δεν κατάλαβε ότι ήταν ένα αθώο αστείο και έπαθε κρίση. Έβγαλα τα ρούχα της γιαγιάς για να με αναγνωρίσει, μα αυτό δεν βοήθησε και πολύ. Η παλαβή Κοκκινοσκούφω άρχισε να τρέχει γύρω από το σπίτι ουρλιάζοντας. Πήρα παραμάσχαλα την γιαγιά και αρχίσαμε να την κυνηγάμε για να την ηρεμήσουμε και να της εξηγήσουμε τι είχε συμβεί. Πάνω στην πιο ακατάλληλη στιγμή περνούσε από το ξέφωτο ένας κυνηγός, ο οποίος μάλλον παρεξήγησε την κατάσταση και με πήρε στο κατόπι με ένα τσεκούρι! Χάρη στα γρήγορα πόδια μου, του ξέφυγα. Μα, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα. Σε όλα σχεδόν τα παιδικά βιβλία με αποκαλούν... ο «κακός» λύκος... δάκρυα έρχονται στα μάτια μου, κανείς δεν τολμά να μου μιλήσει πια. Το ξενοδοχείο είναι έτοιμο. Τελικά κάποιοι νομίζουν οτι θα ζήσουν καλά, κι εγώ είμαι σίγουρος ότι θα ζήσω χειρότερα. Άκουσα ότι η γιαγιά βρίσκεται στο τρελλοκομείο. Φαίνεται ακόμα προσπαθεί να τους πείσει για το ποιά είναι η αλήθεια, αλλά, ποιός την ακούει;


Νικολέττα Σοφρά